Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Κενοδοξία και Υπερηφάνεια ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Κενοδοξία και Υπερηφάνεια   ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ 

Κενοδοξία και Υπερηφάνεια

Όσιος Νείλος Σόρσκυ

Μεγάλη εγρήγορση πρέπει να έχουμε κατά του πνεύ­ματος της κενοδοξίας, το οποίον είναι ύπουλο και με με­γάλη δολιότητα κλέπτει τον πνευματικό θησαυρό και υποβιβάζει την πρόοδο του μοναχού. Έχει αντικειμενικό του σκοπό να καταστρέψει το έργο μας, ώστε να μη γίνεται για τον Θεό, αλλά για την δόξα και την ευαρέσκεια των ανθρώπων. 
Γι’ αυτό, κάθε στιγμή που πειραζόμεθα απ’ αυτό το πνεύμα είτε με τις αισθήσεις μας είτε με τον λογισμό, και για να είναι το έργο μας για το Θεό και τη ψυχική μας ωφέλεια, πρέπει να αποφεύγουμε τη δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων, σκεπτόμενοι πάντοτε αυτά τα οποία είπε ο προφήτης Δαβίδ: «Κύριος διεσκόρπισεν οστά ανθρωπαρέσκων» (Ψαλμ. 52, 6). Με αυτόν τον τρόπο να διώ­χνουμε τους λογισμούς, που μας επαινούν και μας παρα­κινούν να κάνουμε κάτι για την ευαρέσκεια των ανθρώπων, και όλα αυτά, δυστυχώς, να έχουμε την εντύπωση ότι τα κάνουμε για τη δόξα του Θεού.

Εάν κάποιος έχει μία καλή πνευματική κατάσταση και μολαταύτα μερικές φορές, λόγω αδυναμιών του, νικάται χωρίς να το θέλει από αυτόν το λογισμό, να εξομολογείται προσευχόμενος στο Θεό και συγχωρείται, αφού τον άφησε ο πειρασμός της κενοδοξίας. Ενώ, εάν θέλου­με να σκεφτούμε κάτι εναντίον του λογισμού της κενοδοξίας, να κάνουμε τα εξής: Να ενθυμούμεθα με συντριβή καρδίας πριν να προσευχηθούμε τη φοβερή κατάσταση της Μελλούσης Κρίσεως και να θεωρούμε τον εαυτό μας ως κατάδικο. Ακόμη να σκεπτόμαστε την ώρα του θανά­του μας και την έξοδό μας απ’ αυτή τη ζωή, και με αυτές τις σκέψεις θα φεύγει το αδιάντροπο πνεύμα της κενοδο­ξίας. Και, εάν τίποτε απ’ αυτά, που σημειώσαμε, δεν μπορέσει να μας βοηθήσει, ας φοβηθούμε από τη ντροπή που θα ακολουθήσει μετά από την κενοδοξία. Διό­τι λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ότι, αυτός που υπεραίρεται ενώπιον των πειρασμών που του συμβαίνουν, χωρίς αμφιβολία θα ταπεινωθεί.

Και εάν κάποιος αρχίσει να επαινείται ή εάν οι αόρατοι εχθροί τον προσβάλλουν με λογισμούς κενοδοξίας και παρουσιάζεται ενώπιόν μας ότι είναι άξιος τιμής και δόξης και καλλίτερου στασιδιού και είναι άξιος μεγαλύτερης τιμής και προσοχής από τους άλλους, αμέσως αυ­τός ο μοναχός και γενικά όλοι μας να ενθυμούμεθα τις αμαρτίες μας και να λέμε: Άραγε είμαστε άξιοι επαίνων, εμείς που κάναμε τόσα κακά έργα; Και αμέσως θα καταλάβουμε ότι είμαστε ανάξιοι γι’ αυτές τις ανθρώπινες τιμές, και οι δαιμονικοί λογισμοί θα φύγουν από κοντά μας, και το βασικότερο, ότι δεν θα μας ενοχλούν πλέον με τόση δύναμη, λέει ο Νικήτας Στηθάτος.

Και, εάν δεν έχουμε κάνει κακά έργα, να σκεπτόμαστε τις θείες εντολές, τις οποίες πρέπει να εκπληρώνουμε και θα καταλά­βουμε ότι έχουμε εφαρμόσει όσο ένα ποτήρι νερό μπρο­στά στην άπειρη θάλασσα των ανεκπλήρωτων εντολών του Θεού. Έτσι, λοιπόν, ας αγωνιζόμαστε κατά της κενο­δοξίας και νομίζουμε, ότι επαρκούν οι τρόποι που γράψαμε για την αποφυγή της. Εάν δεν αγωνιστούμε και για πολύ καιρό συγκατατιθέμεθα σ’ αυτούς τους λογισμούς, τότε αυτοί ενδυναμώνονται μέσα μας και γεννούν την απροσεξία και την υπερηφάνεια, η οποία είναι η αρχή και το τέλος όλων των κακιών.

Τί να πούμε για την υψηλοφροσύνη; Αυτή έχει πολ­λές ονομασίες: Δόξα, υψηλοκαρδία, αλαζονεία και άλλα με τα οποία την ονομάζουν οι Πατέρες. Όλα της τα έργα και τα αποκυήματα είναι πανάθλια, κατά τον λόγο της Γραφής, ο οποίος λέει ότι «Ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Α’ Πέτρ. 5, 5). Κά­θε άνθρωπος που υψηλοφρονεί ενώπιον του Θεού είναι μι­σητός και ακάθαρτος ονομάζεται. Συνεπώς, λοιπόν, εάν ο υπερήφανος έχει εχθρό τον ίδιο τον Θεό, ενώπιον του οποίου είναι σκάνδαλο και ακαθαρσία, τότε από πού πλέον θα περιμένει κάποια βοήθεια και ποιός θα τον ελεήσει και θα τον βοηθήσει;

Και ποιος θα τον καθαρίσει από τα πάθη του; Γι’ αυτό και μόνο να μιλάμε γι’ αυτό το πάθος είναι έργο ακάθαρτο. Αυτός που νικήθηκε από την υπερηφάνεια είναι διάβολος του εαυτού του, εχθρός του Θεού και βαδίζει με σιγουριά στη ψυχική του απώλεια. Γι’ αυτό πρέπει να φοβούμεθα και να τρομάζουμε απ’ αυτό το καταραμένο πάθος. Να το αποφεύγουμε πάντοτε και να σκεπτόμαστε ότι, χωρίς τη βοήθεια του Θεού, δεν μπορούμε να κάνουμε το παραμικρό καλό στη ζωή μας. Εάν ο Θε­ός μας εγκαταλείψει, θα μας ξετινάξει ο διάβολος σαν τα φουρτουνιασμένα κύματα στους βράχους και σαν τη σκόνη στον άνεμο· θα γίνουμε ο περίγελος των δαιμόνων και οι αξιολύπητοι των ανθρώπων. Αφού εννοήσουμε αυ­τά τα αποτελέσματα του πάθους της υπερηφάνειας, ας ζήσουμε σ’ όλη τη ζωή μας με ταπείνωση.

Και η αρχή αυ­τής είναι, να θεωρούμε τον εαυτό μας κατώτερο από ό­λους, δηλ. να πιστεύουμε ότι είμεθα οι πλέον ανόητοι από όλους τους ανθρώπους και οι ελεεινότεροι από ολόκληρη την κτίση. Να πιστεύουμε ότι έχουμε πέσει από την κατά φύση ζωή και ότι είμεθα κακότεροι των δαιμόνων, διότι νικηθήκαμε και αιχμαλωτιστήκαμε απ’ αυτούς. Έτσι, λοιπόν, στην τράπεζα του φαγητού, στις συνάξεις και στις συναντήσεις μας με τους αδελφούς, να προτιμούμε τον κατώτερο τόπο, να φορούμε τα απλά και ανεπιτήδευτα ενδύματα και να αγαπάμε τις ταπεινωτικές εργασίες.

Τους αδελφούς να χαιρετίζουμε βιαστικά και με κλίση της κεφαλής μας, να αγαπάμε τη σιωπή και να μη λέμε μεγάλα και υπερήφανα λόγια· να μην ανοίγουμε συζητή­σεις, να μη θέλουμε επίμονα να δεχθούν οι άλλοι τη δική μας γνώμη, έστω και να μας φαίνεται ότι είναι η καλ­ύτερη. Διότι είπαν οι Πατέρες για τους αρχάριους στον πνευματικόν αγώνα: «Ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου εκφράζεται με την εξωτερική συμπεριφορά του». Ε­νώ για τον απρόσεκτο στην εξωτερική του ζωή, λέει ο Μέγας Βασίλειος, να μην πιστεύει ότι έχει καλή εσωτερική κατάσταση. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου