Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

ΛΟΥΘΗΡΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ: Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΠΙΣΤΕΩΣ; ΧΡΙΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

ΛΟΥΘΗΡΑΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ:
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΕΙΝΑΙ
Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΠΙΣΤΕΩΣ;
ΧΡΙΣΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ
ΘΕΟΛΟΓΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

     Επιμείναμε ιδιαίτερα στο εξής σημείο, ότι δηλαδή ένα θετικό θρήσκευμα, για να εντέλλεται την πίστη πρέπει να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά υπό μιας ζώσης αυθεντίας. Αυτή η αλήθεια-αρχή είναι τόσο σαφής, τόσο φανερή, ώστε επιβάλλεται αφ' εαυτού της στο πνεύμα το μη προκατειλημμένο. Αλλ' είναι εξ ίσου αληθές ότι αυτή η αρχή εφαρμόστηκε αρκετά λανθασμένα.
Οι αιρετικοί, συγχέοντες την έννοια της αυθεντίας μ' εκείνη της μαρτυρίας, εφαντάσθηκαν ότι η θρησκεία μπορεί να μεταδίδεται ανά τους αιώνες όπως κάθε άλλο γεγονός, και ότι αρκεί να μιλούν αυτόπτες μάρτυρες για κάποιον απεσταλμένο του Θεού για να υποτάξει η μαρτυρία των την πίστη των ανθρώπων μέσα στη ροή των αιώνων. Όπως ο Πολύβιος και ο Τίτος Λίβιος μας διδάσκουν για τον δεύτερο καρχηδονιακό πόλεμο, όπως ο Ηρωδιανός μας διηγείται τη ζωή του αυτοκράτορα Κομμώδου, έτσι και οι ευαγγελιστές μέσα σ' αυτό το σύστημα, μας γνωρίζουν τον Ιησού Χριστό, και αποτελούν αυθεντία για όλους τους λάτρας του.
Όλοι βλέπουν το λάθος αυτής της γνώμης. Οικαθολικοίκάνουν διάκριση ανάμεσα στους ιερούς και στους κοσμικούς συγγραφείς, και δεν θέτουν στην ίδια μοίρα την ανάγνωση του Ευαγγελίου και εκείνη οιασδήποτε άλλης ιστορίας. Για να κατασιγάσει η αμφιβολία μέσα στα πνεύματα και στις συνειδήσεις, πρέπει οι συγγραφείς των Ευαγγελίων να έχουν γράψει υπό συνθήκες ειδικές.
Άλλως ο αναγνώστης πάντοτε θα διερωτάται: Άραγε αυτός ο Απόστολος είδε και άκουσε καλά, και κατάλαβε σωστά; Επί πλέον και για τον ίδιο λόγο, κάνουμε ώστε να υπερισχύσουν στην κατανόηση της Γραφής ιδιαίτερες συνθήκες, διότι δεν αρκεί να περιέχουν τα Ιερά Βιβλία την καθαρή αλήθεια, πρέπει επίσης και εμείς να την αντιλαμβανόμεθα αλάθητα. Κυρίως όταν πρόκειται για αποστολικά συγγράμματα απαιτούμε σίγουρες εγγυήσεις, εγγυήσεις υπερφυσικές, θείες. Όταν οι πρώτοι μαθητές του Κυρίου σχολιάζουν τη διδασκαλία περί της σωτηρίας, όταν απ' αυτήν εξάγουν νέες συνέπειες, η διεισδυτικότης τους και η εντιμότης τους θα μπορούσαν μόνες αυτές να καθησυχάσουν τις συνειδήσεις μας; Και όταν διαβάζουμε τα γραπτά τους, όταν ακροώμεθα το λόγο τους, θα μας προφύλασσαν αρκούντως τα δικά μας αμυδρά φώτα από κάθε πλάνη;
Όχι αναμφίβολα, και γιατί; Διότι το Ευαγγέλιο πρέπει να ικανοποιεί όλως διόλου άλλες ανάγκες απ' ό,τι ένας Έλληνας ή Λατίνος κλασσικός. Κι αυτό γιατί πρόκειται για μας τους ίδιους, για τα αιώνια πεπρωμένα μας, τέλος για όλο μας το είναι. Έστω ακόμη ότι αντλούμε από δυο διαφορετικές πηγές την γνώση μας περί του Θεού: από την φυσική και από την υπερφυσική αποκάλυψη, με άλλα λόγια από την αποκάλυψη του Θεού μέσα μας και από την αποκάλυψη του Σωτήρος εκτός ημών.
Λοιπόν, όχι μόνο η εσωτερική αποκάλυψη γεννά την αλήθεια στις καρδιές μας, αλλά είναι επίσης, ίνα ούτως είπωμεν, το όργανο που συλλαμβάνει την εξωτερική αποκάλυψη. Εκτελεί λοιπόν δύο λειτουργίες, την λειτουργία να βεβαιώνει την εσωτερική αλήθεια μέσα στις ψυχές μας, και την λειτουργία να δέχεται εκ του εξωτερικού κόσμου τον Λόγον που μας έφερε ο Χριστός.
 Έτσι δύο αποκαλύψεις μιας και της αυτής αλήθειας, αλλ' η εντός ημών αποκάλυψη πρέπει να υποτάσσεται στην έξωθεν ερχόμενη, διότι αλλιώς δεν θα καταλαβαίναμε την αναγκαιότητα της τελευταίας. Όμως στο χώρο της ιστορίας, η κριτική εξετάζει τους μάρτυρες, ερευνά αν δεν απατήθηκαν ούτε απάτησαν, έτσι οφείλουμε στα θρησκευτικά θέματα να δοκιμάζουμε αυστηρά τον μάρτυρα που καταθέτει μέσα στη συνείδησή μας: κατέχει υπεροχική θέση σε σχέση μ' αυτόν που θίγει την ακοή μας εκ του έξω κόσμου, συχνά του αλλοιώνει την μαρτυρική κατάθεση, συχνά πιστεύει ότι αυτός επαναλαμβάνει τα λόγια του, όταν δεν εκφέρει παρά τις δικές του σκέψεις.
Οι υπερφυσικές λοιπόν αλήθειες δεν μπορούν να μεταδίδονται όπως τα φυσικά γεγονότα, και στα θρησκευτικά ζητήματα, η κατάθεση απλών μαρτύρων δεν συνιστά επαρκή αυθεντία.
Ό,τι ένας ιστορικός αφηγείται για ένα ανθρώπινο γεγονός δεν μπορούμε να το μάθουμε παρά από την αφήγησή του. Ότι η Καρχηδών αλώθηκε από το Σκιπίωνα, αυτό οι αρχαίοι συγγραφείς μόνοι αυτοί μας το καθιστούν γνωστό. Η συνείδηση σιωπά ως προς αυτό, και δεν μπορούμε στην περίπτωση αυτή να μπερδέψουμε την μαρτυρία της μ' εκείνη της ιστορίας. Δεν συμβαίνει το ίδιο όταν πρόκειται για την ευαγγελική διδασκαλία, επειδή οι θρησκευτικές αλήθειες μαρτυριούνται από διπλή μαρτυρία, περνώντας απ' την αντίληψη μας, μπορούν λίγο πολύ να δανεισθούν το χρώμα των σκέψεων μας, να πάρουν λίγο πολύ τον χαρακτήρα των προτιμήσεών μας. Και να γιατί ο Θεός μας έδωσε την αυθεντία της Εκκλησίας μαζί με τα βιβλία της Γραφής, για να είμαστε προφυλαγμένοι από κάθε πλάνη στην οικείωση του Θείου Λόγου.
Αλλ' εάν οι αιώνιες ιδέες δεν εύρισκαν καμία απήχηση στην ψυχή μας, αν η αλήθεια δεν αφύπνιζε μία ζώσα μαρτυρία στο βάθος της συνείδησής μας, αν ήμασταν στερημένοι από κάθε έννοια για τα θεία, τότε ίσως, αν η νύκτα του τάφου δεν γινόταν η μερίδα της διάνοιάς μας, ο γραπτός λόγος θα μαρτυρούσε αρκούντως τα ουράνια θέσφατα. Γιατί η φωνή που μιλά μέσα μας δεν θα μπορούσε, σ' αυτήν την υποθετική περίπτωση, να πνίξει τη φωνή που ακούγεται έξω από εμάς. Λοιπόν στο σημείο ακριβώς αυτό η Διδασκαλία του Λουθήρου περί της Γραφής συνδέεται προς τις άλλες πλάνες του.
Πράγματι, αν διδάσκεται ότι το προπατορικό αμάρτημα κατέστρεψε στον άνθρωπο τις θρησκευτικές και ηθικές του ικανότητες, την εν αυτώ εικόνα του Θεού, αν υποστηρίζεται ότι μόνο το Άγιο Πνεύμα καταθέτει μαρτυρικά μέσα στις καρδιές μας, μ' αυτό και μόνο απoδεικνύεται η πρόταση, ότι η Γραφή είναι η μόνη πηγή και μοναδικός κανών πίστης.Προσέτι ο Λούθηρος δεν παρέλειψε να προβάλει αυτή την διδασκαλία, ισχυρίσθηκε ότι τα θεόπνευστα βιβλία περιέχουν και κρίνουν μόνα τον λόγο της σωτηρίας.Ενώ απ' την άλλη πλευρά οι καθολικοί διδάσκουν ότι ο Θείος Διδάσκαλος εγκατέστησε την αυθεντία της Εκκλησίας προκειμένου να δώσει στον άνθρωπο την αληθινή πίστη, ο αρχιτέκτων της Μεταρρύθμισης καταστρέφει την ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα και εμφανίζει την πίστη σαν έργο μόνου του Θεού. Λέγει στον χριστιανό: Δεν είσαι εσύ που διαβάζεις την Γραφή, είναι το Άγιο Πνεύμα αυτός που την διαβάζει.
Μ' αυτόν τον τρόπο οι ανακαινιστές του Ευαγγελίου παραμέρισαν κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα από την υπόθεση της σωτηρίας του ανθρώπου. Μόλις ο απόγονος του Αδάμ, έλεγαν αυτοί, θέσει το χέρι του στο έργο του Θεού, το μεταμορφώνει απαίσια.Κατά συνέπεια, μόνο το Άγιο Πνεύμα μας διδάσκει την αληθή διδασκαλία, και επομένως όταν διαβάζουμε τις Γραφές, αντιλαμβανόμεθα αμέσως τις αλήθειες που αυτές περικλείουν.Βασισμένοι σ' αυτές τις αρχές, απέρριψαν την αυθεντία της Εκκλησίας χωρίς να φοβηθούν μήπως η λογική παραδομένη στον εαυτόν της ξεπεράσει κάθε όριο και θέσει στη θέση του Λόγου του Θεού τις δικές της παραισθήσεις. Εξ' άλλου γι' αυτούς ποιος λόγος να δοκιμάσουν αυτόν τον φόβο; Είχαν ήδη αρνηθεί τη λογική.
ΟΙ προτεστάντες εξαγγέλλουν αυτές τις πλάνες συχνά με μια θαυμαστή αφέλεια. Ποιος δεν διάβασε στα βιβλία τους εκατό φορές ότι η Αγία Γραφή είναι ο μόνος κριτής σε ζητήματα πίστεως;Στην περίπτωση αυτή βλέπουμε ότι οι σοφοί διδάσκαλοί τους συγχέουν τον αναγνώστη της Βίβλου με την ίδια τη Βίβλο. Δεν είναι λοιπόν άλλο πράγμα να λέμε ότι η Γραφή είναι η πηγή της αληθούς διδασκαλίας και άλλο ότι είναι ο κριτής αυτής της διδασκαλίας; Η τελευταία πρόταση είναι προφανώς λανθασμένη.
Είναι σαν να λέμε ότι ο κώδιξ της νομοθεσίας είναι το ίδιο το δικαστήριο που ενεργεί την εφαρμογή του κώδικος. Αλλ' επειδή ο Λούθηρος είχε απορρίψει από την αρχή της ανταρσίας του, κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, φαντάσθηκε ότι οι δικές του σκέψεις πάνω στα ουράνια ζητήματα ήσαν εξ ίσου έργον του Θεού όσο και η βούλησή του για το αγαθό. Έκτοτε δεν διέκρινε πλέον ανάμεσα στον άνθρωπο και στα Ιερά Βιβλία, και υπεστήριξε ότι ο γραπτός Λόγος είναι ο μόνος κριτής επί των αμφισβητήσεων που αφορούν στην πίστη. ΟΙ άλλοι μεταρρυθμιστές δεν χρησιμοποίησαν διαφορετικό λεξιλόγιο:
Ο Ζβίγγλιος π.χ. γράφει «Η φωνή του ύψιστου Ποιμένος δεν μπορεί να πλανήσει. Εκείνος λοιπόν είναι αλάθητος, ο οποίος δεν ακούει παρά τον λόγο του Θεού». Καμπτόμεθα κάτω από το βάρος αυτού του συλλογισμού:η Γραφή δεν μπορεί να οδηγήσει σε πλάνη. Επομένως ο χριστιανός που στηρίζεται αποκλειστικά πάνω στην Αγία Γραφή δεν μπορεί να πλανηθεί. Επομένως το να αναγνώσεις ένα αλάθητο σύγγραμμα και να είσαι προσωπικά αλάθητος είναι ένα και το αυτό πράγμα.Αλλ' οι ανακαινιστές του Ευαγγελίου δεν σταμάτησαν εδώ. Συνεπέραιναν απ' την ίδια αρχή το λανθασμένο της δικής μας διδασκαλίας, εκ του ότι ακριβώς ερμηνεύομε τα Ιερά Βιβλία σύμφωνα με την αυθεντία της Εκκλησίας.
Έτσι, ο Θεός κρατάει τον πυρσό μέσα στις διάνοιες με τον ίδιο τρόπο που ρίπτει στις καρδίες την επιθυμία- η σκέψη, όπως η βούληση, είναι καθαρά παθητική κάτω απ' το χέρι του Θεού: ιδού η θεμελιώδης αρχή του προτεσταντισμού.
Αυτή η λογική συνάφεια είναι αφ' εαυτού της εις ύψιστο βαθμό σαφής και την συναντάμε να επικρατεί στα συγγράμματα των Μεταρρυθμιστών. Κατά την γνώμη του Λουθήρου, ο απλός πιστός είναι ο κριτής ο πιο ελεύθερος απ' όλους. Γιατί διδασκόμενος εσωτερικά από τον Θεό, δεν υπακούει παρά στη φωνή του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ζβίγγλιος αναπτύσσει την σκέψη του Λουθήρου, και η μαρτυρία του πρέπει να έχει τόσον περισσότερο δύναμη καθ' όσον ουδαμού των έργων του δεικνύει πνεύμα δημιουργικό. Σ' όλα του τα έργα είναι ζήτημα αν εκφέρει μίαν σκέψη που να είναι δική του αποκλειστικά. Και ενώ περιορίζεται να διευρύνει τις ιδέες του διδασκάλου, διατείνεται με σοβαρότητα ότι διεκδικεί πρωτοτυπία.
Ο Ζβίγγλιος λοιπόν, συγκρίνει την Αγία Γραφή με τον Λόγο που δημιούργησε το παν εκ του μηδενός. Με τον Λόγο που δημιούργησε το φως, όταν ο Θεός είπε "Γεννηθήτω φως". Όπως οι προφήτες υποτάχθηκαν στον εσωτερικό λόγο, όπως υπεχώρησαν στη φωνή του Θεού χωρίς καμία άλλη σκέψη, έτσι συρόμεθα υπό του λόγου της Γραφής. Επειδή ο άνθρωπος αναμιγνύει την αλήθεια με την πλάνη, λέει ο ίδιος, δεν μπορεί να διδαχθεί από άνθρωπο, γιατί ουδείς έρχεται προς τον Χριστό "εάν δεν ελκυστεί από τον Πατέρα".
Παρέλκει να εξαγάγουμε Το διφορούμενο νόημα που χρησιμεύει σαν βάση σ' αυτό το συλλογισμό. Ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να γεννήσει την πίστη στις καρδιές, ότι η αληθινή πίστη δεν γεννάται παρά κάτω από την επίδραση του Αγίου Πνεύματος, αυτό είναι εκτός αμφιβολίας. Αλλά το να προβάλλουμε ότι φθάνουμε στην πίστη χωρίς καμία αν­θρώπινη συνδρομή, είναι σαν να πέφτεις στην ίδια πλάνη μ' εκείνη που κάνει από την μεταστροφή της πίστεως το έργο του Θεού μόνου.
Στο σημείο αυτό εξηγείται η αποστροφή των Μεταρρυθμιστών για την Φιλοσοφία. Ποιος θα το πίστευε. Ο Ζβίγγλιος θέλει οι μαθητές του αδύτου να εγκαταλείψουν τα βιβλία για να μάθουν ένα επάγγελμα: Η επιστήμη, λέγει φυσσιεί την καρδιά και καθιστά αδύνατα τα του Θεού. Ο ίδιος εγκατάλειψε την μελέτη της Γραφής, και απευθύνθηκε στους εργάτες για να μάθει απ' αυτούς τα μυστήρια του ουρανίου βασιλείου.
 Παρομοίως ο Μελάγχθων προσελήφθη ως μαθητευόμενος σ' ένα φούρναρη, όχι, πάντως, για να αναδειχθεί Διδάσκαλος της ερμηνευτικής των Γραφών, αλλά για να υπακούσει στη φωνή της συνειδήσεώς του. Διότι θεωρούσε ότι οι λόγοι, "Εν τω ιδρώτι του προσώπου σου φαγεί τον άρτον σου", επέβαλλαν σε όλους την υποχρέωση της χειρονακτικής εργασίας. Η διδασκαλία που μόλις εξεθέσαμε εσημείωσε αργότερα, το γνωρίζουμε, μεγάλες τροποποιήσεις, αλλ' επειδή θέλουμε να δείξουμε την υιότητα των προτεσταντικών δογμάτων, δεν μπορούμε να συγχέουμε γνώμες που είδαν το φως της ημέρας σε εποχές διάφορες. Αφαιρώντας ασταμάτητα και προσθέτοντας ο Λούθηρος εισήγαγε στο σύστημά του πολυάριθμες αντιφάσεις.
Και αν θέλουμε να τις εξηγήσουμε, πρέπει πάντως να διασχίσουμε τις διάφορες φάσεις της διδασκαλίας του. Από μια άλλη πλευρά τα διορθωτικά δεν έγιναν παρά από περιστάσεις εξωτερικές: οιΑναβαπτιστέςήλθαν να πλήξουν την Μεταρρύθμιση με το Ευαγγέλιο στο χέρι.
Ο Λούθηρος ανίκανος να διατηρήσει την πρώτη του θέση, δίδαξε έκτοτε τον ενεργητικό ρόλο του ανθρώπου στο έργο της ερμηνείας της Αγίας Γραφής. Γενικά οι Αναβαπτιστές οδήγησαν τον απόστολο της Βυρτεμβέργης σε νέα οδό και αυτό το παρατηρεί ήδη ο Menzel στην ιστορία της Γερμανίας που έγραψε. Αλλά δεν θέλησε ποτέ να συμφωνήσει ότι μπορούμε να συλλάβουμε το αληθές νόημα των Γραφών μέσω της Ερμηνευτικής. Αυτή η γνώμη θα μπορούσε να ανατρέψει όλο το σύστημά του. Γιατί το να θέλεις να διεισδύσεις στα του Θεού με τη βοήθεια της ανθρώπινης αντιληπτικής ικανότητας, ήταν γι' αυτόν έγκλημα καθοσιώσεως κατά του Θεού.
Ποιος λοιπόν, κατά τον Μεταρρυθμιστή είναι ο σκοπός της επιστημονικής ερμηνείας; Είναι να εξηγήσουμε στους άλλους το νόημα που ο Θεός μόνος έθεσε στις καρδιές μας. Πράγμα, που, κατ' αλήθεια, είναι όλως διόλου περιττό σύμφωνα με τις αρχές του.
Να λοιπόν η δογματική αντίθεση που χωρίζει την καθολική διδασκαλία από εκείνη που διδάσκει ο Λούθηρος και οΖβίγγλιος. Η Εκκλησία λέγει: Έχω την άμεση βεβαιότητα των χριστιανικών αληθειών, διότι διδαγμένη υπό του Ιησού Χριστού και των Αποστόλων εμορφώθη και ανετράφη μέσα στην διδασκαλία των και ό,τι ακούσα είναι χαραγμένο στην καρδία μου υπό του Αγίου Πνεύματος. Ο γραπτός λόγος και ο παραδοθείς δεν είναι παρά ένας και ο αυτός.
Γι' αυτό ο πρώτος, δηλαδή ο γραπτός, πρέπει να ερμηνεύεται από τον δεύτερο. Ο Λούθηρος και ο Ζβίγγλιος λέγουν αντιθέτως:Όταν αναγινώσκομε την Γραφή, το Πνεύμα το θείον ρίπτει μόνο του την αλήθεια στις καρδιές μας.Επομένως πρέπει να ερμηνεύσομε την Γραφή δια του εσωτερικού λόγου δηλαδή δια της μαρτυρίας της συνειδήσεως.

 Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com



Read more:http://www.egolpion.net/3F86BB89.el.aspx#ixzz2k8LD6nZJ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου