Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ «ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ» [ΕΝΟΤΗΤΑ 4η]

ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ «ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ» [ΕΝΟΤΗΤΑ 4η]


ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ
«ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΗ ΓΕΝΕΣΗ»
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ
ΧΡΙΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΟΣ-ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ 
ΕΝΟΤΗΤΑ Δ’

20. ῞Οταν δέ τό πνεῦμα ἀπέκτησε (αὐτά) τά τρία, τότε δημιουργήθηκε τό στερέωμα, δηλ. τήν ἑσπέρα τῆς δεύτερης ἡμέρας: γι᾽ αὐτό τίποτε δέν ἀνέβηκε μαζί του, ἐπειδή τίποτε δέν παρέμεινε ὑπεράνω του. Διότι ἔκανε τό διαχωρισμό μεταξύ ὑδάτων καί ὑδάτων, γιά τά ὁποῖα δόθηκε ἡ ἐντολή νά χωρίσουν, ὄχι ὅμως καί μεταξύ τοῦ φωτός καί τοῦ πνεύματος καί τοῦ σκότους, διότι δέν τοῦ ἐδόθη διαταγή. Τό φῶς, λοιπόν, κατά τήν πρώτη νύκτα δέν ὑπῆρχε· τή δεύτερη, ὅμως, καί τήν τρίτη νύκτα, ὅπως εἴπαμε, κατεδύετο καί ἀνεδύετο ἀπ᾽ τά ὕδατα τά κάτωθεν τοῦ στερεώματος· κατά τήν τέταρτη, ὅμως, νύκτα, ὅταν δηλ. συγκεντρώθηκαν τά ὕδατα σ᾽ ἕνα τόπο, λέγεται ὅτι ἀπό ἐκεῖνο (τό φῶς) καί ἀπ᾽ τό πῦρ σχηματίσθηκαν καί στάθηκαν μαζί ὁ ἥλιος καί ἡ σελήνη καί οἱ ἀστέρες· καί (ὅτι) ἀκόμη οἱ περιοχές διανεμήθηκαν ἡ καθεμία σ᾽ ἐκείνους τούς φωστῆρες: διότι ἡ σελήνη στάθηκε πρός τή δύσι τοῦ στερεώματος, ὁ ἥλιος, ὅμως, πρός τήν ἀνατολή καί οἱ ἀστέρες κατά τήν ἴδια ἐκείνη ὥρα διεσπάρησαν μέ τάξι καθ᾽ ὅλο τό στερέωμα.
῞Ομως, ἄν καί εἶπε ὁ Θεός γιά κεῖνο τό φωστῆρα, που ἔγινε τήν πρώτη μέρα, ὅτι εἶναι λίαν καλός, ὅμως δέν (τό εἶπε) γιά τό στερέωμα πού ἔγινε τή δεύτερη ἡμέρα. Διότι, ἐπειδή τό στερέωμα δέν ἦταν ἀκόμη τέλειο, δέν ἦταν ἕτοιμο καί στολισμένο, προκλήθηκε ἀπ᾽ τό Δημιουργό καθυστέρησι, ἐνόσῳ γίνονταν οἱ φωστῆρες· μέ τό σκοπό, ὅταν διακοσμηθῆ (τό στερέωμα) διά τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης καί τῶν ἀστέρων καί (ὅταν) διαλύση τό βαθύ σκοτάδι του διά τῶν φωστήρων πού ἔλαμπαν στό ἴδιο (τό στερέωμα), τότε νά πῆ καί γιά ἐκεῖνο (τό στερέωμα), ὅπως (εἶχε πεῖ) γιά τ᾽ ἄλλα, ὅτι δηλ. ἐκεῖνο εἶναι λίαν καλό.
21. Ἀφοῦ μίλησε γιά τό στερέωμα, πού ἔγινε τή δεύτερη ἡμέρα, ἔγραψε πάλι γιά τή συνάθροισι τῶν ὑδάτων, ἀλλ᾽ ὄχι γιά τό χόρτο καί τά δένδρα, πού τά παρήγαγε ἡ γῆ τήν τρίτη ἡμέρα, λέγοντας τά ἑξῆς: “Καί εἶπε ὁ Θεός, νά συναχθοῦν τά ὕδατα πού βρίσκονται κάτω ἀπ᾽ τόν οὐρανό σ᾽ ἕνα τόπο καί ἄς φανῆ ἡ ξηρά”(Γεν 1, 9).
Μέ τό: “Νά συναχθοῦν τά ὕδατα σ᾽ ἕνα τόπο” εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ γῆ ὑποβαστάζει τίς θάλασσες, ἀλλ᾽ ὄχι ὅτι ἐποιήθησαν κάτω τῆς γῆς ἄβυσσοι στηριζόμενες πάνω στό τίποτε. ῞Ομως, ἄν καί τά ὕδατα ἀμέσως μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ συγκεντρώθηκαν νύκτα, ὅμως ἡ ἐπιφάνεια τῆς γῆς ξεράθηκε ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ.
22. Ἀφοῦ δέ αὐτά τά δύο ἔγιναν κατά τό πρωΐ, διέταξε ὁ Θεός τή γῆ νά παραγάγη χόρτο καί χλόη ὁποιουδήποτε γένους καί ὁμοίως διάφορα δένδρα μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τούς καρπούς.
Οἱ χλόες δέ, ἄν καί ἦταν ὡς πρός τή γέννησί τους μιᾶς ὥρας, ὅμως, ἔδειχναν ὅτι ἦταν πολλῶν μηνῶν.
Τό ἴδιο καί τά δένδρα, ἄν καί ἦταν ὡς πρός τή βλάστησί τους μιᾶς ἡμέρας, ὅμως, ἦταν, ὡς πρός τήν τελειότητα καί ὡς πρός τούς καρπούς, μέ τους ὁποίους ἐκοσμοῦντο τά κλαδιά τους, σάν νά ἦταν πολλῶν ἐτῶν. Διότι τό χόρτο —ἀναγκαῖο γιά τήν τροφή τῶν ζώων πού ἦταν δημιουργητέα— παρασκευαζόταν μετά ἀπό δύο ἡμέρες, καί ὁ σίτος, μέ τόν ὁποῖο θά σιτίζονταν οἱ ᾽Αδαμῖτες, οἱ ὁποῖοι μετά τέσσερεις ἡμέρες ἦταν ἐκβλητέοι ἀπ᾽ τόν παράδεισο, προπαρασκευαζόταν.
23. Ἀφοῦ μίλησε γιά τή σύναξι τῶν ὑδάτων καί τήν ἀφθονία τῆς γῆς (στή βλάστησι) κατά τήν τρίτη ἡμέρα, πάλι ἔγραψε γιά τούς δημιουργηθέντες στό στερέωμα φωστῆρες καί εἶπε τά ἑξῆς: “Καί εἶπε ὁ Θεός: Νά δημιουργηθοῦν φωστῆρες στό στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ..., ὥστε νά διαχωρίζουν τή μέρα ἀπ᾽ τή νύκτα”(Γεν 1, 14), δηλ. γιά νά κυριαρχῆ ὁ ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς τήν ἡμέρα καί ὁ ἄλλος τή νύκτα. Καί τό λεχθέν: “῎Εστωσαν εἰς σημεῖα”, δηλ. τῶν ὡρῶν, καί: “῎Εστωσαν εἰς χρόνους”, εἶναι φανερό τοῦ θέρους δηλ. καί τοῦ χειμῶνος. Καί “῎Εστωσαν εἰς ἡμέρας”, οἱ ὁποῖες ὑπολογίζονται μέ τήν ἀνατολή καί δύσι τοῦ ἡλίου. Καί “ἔστωσαν εἰς ἔτη”, τά ὁποῖα ἀποτελοῦνται ἀπό ἡλιακές ἡμέρες καί σεληνιακούς μῆνες.
Εἶπε, λοιπόν: “Καί δημιούργησε ὁ Θεός τούς δύο μεγάλους φωστῆρες, ὥστε νά φέγγουν λαμπρότερα γιά τήν ἐπικράτησι τῆς ἡμέρας καί ἀμυδρότερα γιά τήν ἐπικράτησι τῆς νυκτός καί τούς ἀστέρες”(Γεν 1, 16).
Μολονότι δέ ἡ ἀρχή τῶν προηγουμένων ἔργων εἶχε γίνει τήν ἑσπέρα, κατά τό τέταρτο τῆς ἡμέρας, ὅμως, ἡ σύστασι τῶν ἔργων τῆς τετάρτης ἡμέρας ἔγινε τό πρωΐ. Διότι, ἐπειδή ἡ τρίτη ἡμέρα συμπληρώθηκε μέ τό: “᾽Εγένετο ἑσπέρας καί ἐγένετο πρωΐα, ἡμέρα τρίτη”, δέν δημιούργησε (ὁ Θεός) δύο φωστῆρες τήν ἑσπερινή ὥρα, γιά νά μήν τυχόν μεταβληθῆ ἡ νύκτα σέ ἡμέρα καί (γιά νά μήν) εἶναι ἡ πρωΐα ἀρχαιότερη τῆς ἑσπέρας.
24. Ἐπειδή, λοιπόν, οἱ ἡμέρες ἔγιναν δυνάμει αὐτῆς τῆς διαταγῆς, μέ τήν ὁποία δημιουργήθηκε ἡ πρώτη ἡμέρα, καί ἡ νύκτα ἀκόμη τοῦ τετάρτου ἡμερονυκτίου, ὅπως καί τῶν ἄλλων, προηγήθηκε τοῦ φωτός αὐτῆς (τῆς τετάρτης ἡμέρας).
Καί ἐάν ἡ ἑσπέρα της ἦταν ἀρχαιότερη τοῦ ὀρθρινοῦ χρόνου, λοιπόν δέν δημιουργήθηκαν οἱ φωστῆρες τήν ἑσπέρα ἀλλά κατά τόν ὀρθρινό χρόνο. Διότι ἐκεῖνο τό: “Εἶπε· Νά δημιουργηθοῦν φωστῆρες” καί τό  “Ὁ Θεός δημιούργησε τούς δύο μεγάλους φωστῆρες”, δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά λέμε ὅτι ἕνα ἀπ᾽ αὐτά δημιουργήθηκε τήν ἑσπέρα καί τό ἄλλο τό πρωΐ. ῎Αν ἦταν μεγάλοι (οἱ φωστῆρες) ὅταν δημιουργήθηκαν —καί δημιουργήθηκαν τό πρωΐ—, ὁ ἥλιος, λοιπόν, βρισκόταν πρός τήν ἀνατολή καί ἡ σελήνη ἀπέναντί του, στή δύσι. Ὁ ἥλιος δέ ἦταν βαθύς καί χαμηλομένος, ἐπειδή δημιουργήθηκε στό μέρος τῆς ἀνατολῆς ὑπεράνω τῆς γῆς· ἡ σελήνη, ὅμως, ἦταν ψηλά, ἐπειδή δημιουργήθηκε στό σημεῖο ὅπου βρίσκεται ὅταν εἶναι “ἡλικίας” δεκαπέντε ἡμερῶν. Τή στιγμή δηλ. πού πάνω στή γῆ φάνηκε ὁ ἥλιος, φάνηκαν σέ ἀντικατάστασι οἱ φωστῆρες καί κατόπιν ἔδυσε ἡ σελήνη. Εἶναι δηλ. βέβαιο ἀπ᾽ τό σημεῖο πού ἦταν ἡ σελήνη καί ἀπ᾽ τή μεγαλειότητά της καί ἀπ᾽ τό φωτισμό της, ὅτι αὐτή δημιουργήθηκε “ἡλικίας” δεκαπέντε ἡμερῶν.
25. Διότι, ὅπως ἦταν νεαρά τά δένδρα καί οἱ βοτάνες καί τά ζῶα καί τά πτηνά καί ὁ ἄνθρωπος ἀκόμα, (ἄν) καί ἦταν νέοι —διότι ἦταν νεαροί στή μορφή τῶν μελῶν τους καί στήν ὄψι τῶν προσώπων (quoma), ἦταν δέ νεκροί ἐξαιτίας τῆς ὥρας καί τοῦ χρόνου τῆς δημιουργίας τους—, ἔτσι καί ἡ σελήνη ἦταν καί πλήρης καί πρόσφατη· ἦταν βέβαια πρόσφατη γιατί ἦταν μιᾶς ὥρας (δημιουργημένη), ἦταν καί νεαρά, ἐπειδή ἦταν πλήρης ὡς (ἡλικίας) δέκα πέντε ἡμερῶν. Διότι, ἄν εἶχε δημιουργηθῆ ἡλικίας μιᾶς ἤ δύο ἡμερῶν, δέν θά εἶχε φωτίσει (ἡ σελήνη), ἐξαιτίας τῆς ἐγγύτητός της πρός τόν ἥλιο, ἀλλ᾽ οὔτε βέβαια θά ἦταν ὁρατή. Καί ἄν εἶχε δημιουργηθῆ (φαινομένης) “ἡλικίας” τεσσάρων ἡμέρων (ἡ σελήνη), καί ὁρατή νά ἦταν, ὅμως, δέν θά φώτιζε καί θά ἦταν ἀποδεδειγμένο ψεῦδος τό: “Ὁ Θεός δημιούργησε τούς δύο μεγάλους φωστῆρες” μέ τό: “Εἶπε, νά δημιουργηθοῦν φωστῆρες στόν οὐρανό... γιά νά φωτίζουν τή γῆ”. ᾽Επειδή δηλ. ἡ σελήνη ἐποιήθη δεκαπέντε ἡμερῶν, ὅμως ὁ ἥλιος, ἄν καί μιᾶς ἡμέρας, ὁ ἴδιος ἦταν καί quadriduanus· διότι ἀπ᾽ τόν ἴδιο τόν ἥλιο ἀριθμήθηκαν καί ἀριθμοῦνται ὅλες οἱ ἡμέρες. Αὐτές, λοιπόν, οἱ ἕνδεκα ἡμέρες, κατά τίς ὁποῖες ἡ σελήνη εἶναιπρεσβυτέρατοῦ ἡλίου, καθώς καί ὅσες μέρες συμπληρώθηκαν ἀπ᾽ τή σελήνη κατά τό πρῶτο ἔτος, αὐτές ἀκριβῶς εἶναι οἱ μέρες πού προσθέτουν σέ ὁποιοδήποτε ἔτος ὅσοι χρησιμοποιοῦν τό σεληνιακό (σύστημα) μετρήσεως (τοῦ ἔτους). Δηλαδή, ἐκεῖνο τό ἔτος τῶν ᾽Αδαμιτῶν δέν ἦταν ἐλλιπές, διότι μ᾽ αὐτή τή δημιουργία τῆς σελήνης συμπληρώθηκε ἡ ἔλλειψι τοῦ σεληνιακοῦ (συστήματος) μετρήσεως. ᾽Από ἐκεῖνο δέ τό ἔτος κάι μετά, ἔμαθαν οἱ ᾽Αδαμῖτες νά προσθέτουν σέ κάθε χρόνο ἕνδεκα μέρες. Οἱ Χαλδαῖοι, βέβαια, κάθε ἄλλο παρά εἶναι αὐτοί πού καθόρισαν τούς καιρούς καί τούς χρόνους, οἱ ὁποῖοι χρόνοι καθορίζονταν πρίν ἀπ᾽ τόν ᾽Αδάμ.
26. Ἀφοῦ μίλησε γιά τούς φωστῆρες πού ἔγιναν στό στερέωμα, πάλι ἔγραψε γιά τά ἑρπέτα καί τά πτηνά καί τούς δράκοντες, πού γεννήθηκαν ἀπ᾽ τά ὕδατα τήν πέμπτη (ἡμέρα) λέγοντας τά ἑξῆς: “Καί εἶπε ὁ Θεός· ῎Ας γεμίσουν τά ὕδατα μέ ἑρπετά ζωντανῆς ψυχῆς καί ἄς πετοῦν πτηνά πάνω ἀπ᾽ τή γῆ. Καί δημιούργησε ὁ Θεός τούς μεγάλους δράκοντες καί κάθε ζωντανή ψυχή, τήν ὁποία ἐξήγαγαν καί ἀπ᾽ τήν ὁποία ἔβριθαν τά ὕδατα”(Γεν 1, 20-21).
᾽Επειδή, λοιπόν, μέ τή συγκέντρωσι τῶν ὑδάτων, πού τή δεύτερη ἡμέρα διετέθησαν σέ τάξι, εἶχαν γίνει τά ποτάμια καί φάνηκαν οἱ πηγές καί οἱ ὑπόγειες δεξαμενές καί οἱ λίμνες, τά διασκορπισμένα ἀπ᾽ τά δημιουργήματα ὕδατα (ἀμέσως) μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ γεννοῦσαν ἀπ᾽ τό ἐσωτερικό τους ἑρπετά καί ψάρια· δημιουργοῦνταν μέσα στίς ἀβύσσους δράκοντες καί διέσχιζαν τόν ἀέρα πτηνά κατά σμήνη ἐξαχθέντα ἀπ᾽ τούς ποταμούς.
Οἱ δέ δημιουργηθέντες μείζονες δράκοντες —ἄν καί ἀπ᾽ τούς προφῆτες λέγεται (Ἡσ 27, 1) ὅτι ὁ Λεβιάθαν κατοικοῦσε στή θάλασσα, ἀλλ᾽ ὁ ᾽Ιώβ (᾽Ιώβ 40, 1) λέει ὅτι ὁ Βεεμόθ ἑδρεύει στήν ξηρά. Ὁ Δαβίδ ἀκόμη εἶπε ὅτι αὐτός εἶναι ἕνας τῶν ὑποζυγίων, τοῦ ὁποίου ἡ βοσκή —ὁ τόπος ὅπου κατακλίνεται—βρίσκεταιπάνω ἀπό χίλια ὄρη, (ἐνῶ οἱ δράκοντες) ἴσως μετά τή δημιουργία τους διεσπάρησαν ἀνά τούς οἰκείους τόπους, ὥστε ὁ Λεβιάθαν νά κατοικῆ στή θάλασσα, καί ὁ Βεεμόθ στήν ξηρά.
27. Ἀφοῦ μίλησε γιά τή δημιουργία τῶν ἑρπετῶν καί τῶν πτηνῶν καί τῶν δρακόντων, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν τήν πέμπτη ἡμέρα, ἔγραψε ἐκ νέου περί τῶν ἑρπετῶν καί τῶν ζώων καί τῶν κτηνῶν, πού δημιουργήθηκαν τήν ἕκτη μέρα, λέγοντας τά ἑξῆς: “Καί εἶπε ὁ Θεός: Νά ἐξαγάγη ἡ γῆ ζωντανές ψυχές κατά τό γένος τους, κτήνη καί ἑρπετά καί ζῶα”. Βέβαια, ἄν καί ὁ Θεός ἔκανε ὁλόκληρη τή γῆ νά βρίθη ἀπό ἑρπετά, ὅμως τά ζῶα καί τά κτήνη ἔγιναν κοντά στόν παράδεισο, γιά νά κατοικοῦν γειτονικά μέ τόν ᾽Αδάμ. ῎Εβριθε, λοιπόν, ὁλόκληρη ἡ γῆ ἀπό ἑρπετά, ὅπως τῆς εἶχε διαταχθῆ καί παρήγαγε τά ἄγρια ζῶα πού τά ἀκολουθοῦσαν τά θηρία. Καί παρήγαγε τά κτήνη, στό μέτρο πού ἦταν χρήσιμα πρός ὑποταγή τους σέ ἐκεῖνο, ὁ ὁποῖος παρέβη τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου του τήν ἴδια ἡμέρα.
28. Ἀφοῦ δέ μίλησε, γιά τά ἑρπετά καί τά ζῶα καί τά κτήνη, πού δημιουργήθηκαν τήν ἕκτη (ἡμέρα), πάλι ἔγραψε γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε τήν ἴδια ἕκτη ἡμέρα, λέγοντας τά ἑξῆς: “Καί εἶπε ὁ Θεός...”.
῎Αραγε σέ ποιόν, ὅμως, μιλοῦσε ὁ Θεός; ᾽Εδῶ, ὅπως καί παντοῦ, ὅταν δημιουργοῦσε, φαίνεται ὅτι ὁ Θεός τό εἶπε στόν υἱό του· διότι ὁ εὐαγγελιστής λέει γιά ἐκεῖνον: “Πάντα δι᾽ αὐτοῦ ἐγένετο, καί χωρίς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἕν ὅ γέγονεν”(᾽Ιω 1, 3) (Τά πάντα δημιουργήθηκαν μέσῳ Αὐτοῦ (=τοῦ Χριστοῦ)· τίποτε δέν δημιουργήθηκε χωρίς τή μεσολάβησί Του) καί ὁ Παῦλος ἐπίσης περί αὐτοῦ ὁρίζει καί λέει: “᾽Εν αὐτῷ ἐκτίσθη τά πάντα, τά ἐν τοῖς οὐρανοῖς καί τά ἐπί τῆς γῆς, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα”(Κολ 1, 16) (Μέσῳ Αὐτοῦ δημιουργήθηκαν ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στόν οὐρανό καί ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στή γῆ· ὅλα τά ὁρατά καί ὅλα τά ἀόρατα).
29. Καί εἶπε ὁ Θεός: “Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾽ εἰκόνα ἡμετέραν”(Γέν 1, 26) (῎Ας δημιουργήσουμε ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τήν εἰκόνα Μας), ὁ ὁποῖος δηλαδή νά ἔχη μέχρι ἐκείνου τοῦ βαθμοῦ ἐξουσία, γιά νά μᾶς ἀκούη, ἄν (τοῦ) ἀρέση.
Πάλι ὁ Μωϋσῆς ἐξήγησε ὡς πρός τί νά εἴμαστε εἰκόνα Θεοῦ, μέ τόν ἑξῆς λόγο: “Γιά νά  προΐστανται οἱ ἄνθρωποι τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν πτηνῶν καί τῶν κτηνῶν καί ὅλης τῆς γῆς”. Ἡ ὁμοιότητα λοιπόν (τοῦ ἀνθρώπου) μέ τό Θεό συνίσταται στήν ἐξουσία πού ἔλαβε ὁ ᾽Αδάμ ἐπί τῆς γῆς καί ἐπί ὅσων βρίσκονται σ᾽ αὐτή, (ὁ ᾽Αδάμ) ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ ὁποίου βρίσκονταν τά ἀνώτερα καί τά κατώτερα.
Τό δέ: “῎Αρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς” (Τούς δημιούργησε ἄνδρα καί γυναῖκα), λέχθηκε πρός δήλωσι τοῦ ὅτι μέσα στήν πλευρά τοῦ ᾽Αδάμ ὑπῆρξε ἡ Εὔα, ὁ ὁποία (πλευρά) ἐξήχθη ἀπ᾽ αὐτόν. Διότι, ἄν καί ἐπί ὅσο χρόνο δέν ὑπῆρξε σ᾽ αὐτός νοῦς, ἐπί τόσο χρόνο ἐξίσου αὐτός εἶχε σῶμα.
Οὔτε ὅσο ὡς σῶμα μόνο ἦταν μέ αὐτόν, αὐτή πού ἦταν μέ αὐτόν ἀκόμη σάν σῶμα καί ψυχή: διότι ὁ Θεός τίποτε δέν προσέθεσε στήν πλευρά πού ἀφήρεσε, παρά μόνο τή διεκόσμησε καί τῆς ἔδωσε σχῆμα. Καί, ἄν ἀπ᾽ τήν ἴδια καί μέσα στήν ἴδια πλευρά συμπληρώθηκε, ὅ,τι ἦταν χρήσιμο στήν Εὔα, ἡ ὁποία ἔγινε ἀπ᾽ τήν πλευρά, ὀρθά λέχθηκε: “῎Αρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς”.
30. “Καί εὐλόγησεν αὐτούς ὁ Θεός, λέγων: Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε καί πληρώσατε τήν γῆν καί κατακυριεύσατε αὐτῆς καί ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καί πάντων τῶν κτηνῶν καί πάσης τῆς γῆς καί πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπί τῆς γῆς”(Γεν 1, 28) (Καί τούς εὐλόγησε ὁ Θεός λέγοντάς τους: Νά αὐξάνεσθε καί νά πληθύνεσθαι καί νά γεμίσετε τή γῆ καί νά τήν ὑποτάξετε· νά κυριαρχήσετε πάνω στούς ἰχθῦς τῆς θαλάσσης καί πάνω στά πτηνά καί σέ ὅλα τά ζῶα πού ἕρπουν πάνω στή γῆ).
Γι᾽ αὐτό δέ εὐλογήθηκαν (σάν νά ἦταν) στή γῆ, ἐπειδή πρίν ἁμαρτήσουν γιά χάρι τους ἑτοιμάσθηκε ἡ γῆ ὡς κατοικία τους, ἐπειδή, πρίν ἁμαρτήσουν, γνώριζε (ὁ Θεός) ὅτι θά ἁμαρτήσουν. “Ν᾽ αὐξάνεσθε καί νά πληθύνεσθε καί νά γεμίσετε, ὄχι τόν παράδεισο, ἀλλά τή γῆ καί νά κυριεύσετε τούς ἰχθῦς τῆς θαλάσσης καί τά πτηνά καί ὅλα τά ζῶα”. Πῶς, ὅμως, θά κυρίευε τούς ἰχθῦς τῆς θαλάσσης ἐάν δέν ἔμελλε νά γίνη γείτονας τῆς θαλάσσης; Καί πῶς θά κυρίευε τά πτηνά πού παντοῦ πετοῦν, παρά μόνο ἐπειδή ἐπρόκειτο οἱ ἀπόγονοί του νά κατοικήσουν παντοῦ; Καί πῶς θά κυριαρχοῦσε σέ ὅλα τά ζῶα παρά μόνο ἐπειδή οἱ ἀπόγονοί του ἐπρόκειτο νά βρίσκωνται σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς;
Το έργο θα δημοσιευθεί εξ ολοκλήρου στην ιστοσελίδα
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική, περιληπτική, κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του κειμένου για εμπορικούς ή κερδοσκοπικούς λόγους. Τα δικαιώματα αυτά ανήκουν εξ ολοκλήρου στον συγγραφέα κ.Χρίστο Βασιλειάδη.

 Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
4  ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ  2011 


Read more:http://www.egolpion.net/efraim_genesis_d.el.aspx#ixzz2kmUxGnu1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου