Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

Κάθαρση - Φωτισμός - Θέωση ή Θεωρία και Πράξη Η Δυτική παρερμηνεία τών όρων Τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη



Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.

Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής που κάνει στα έργα του διαρκώς λόγο για κάθαρση, φωτισμό και θέωση, κάνει και μια άλλη διάκριση, ήτοι ομιλεί για πράξη και θεωρία. Δεν πρόκειται για μια διαφορετική διαίρεση, αλλά αν μελετηθεί με προσοχή η διδασκαλία του αυτή, θα διαπιστωθεί ότι με την λέξη πράξη εννοεί την κάθαρση, γι' αυτό κάνει λόγο για πρακτική φιλοσοφία ή πράξη και με την λέξη θεωρία εννοεί τον φωτισμό ή φυσική θεωρία και την θέωση-θεολογία.
Διδάσκει ότι η θεωρία αρχίζει από τον φωτισμό του νου ή την νοερά προσευχή και όταν ο άνθρωπος μετέχει της φωτιστικής Χάριτος του Θεού, τότε με την ευδοκία του Θεού, σε στιγμές που δεν το περιμένει, φθάνει και στην θέα του Θεού. Μετά το πέρας της θεωρίας ο θεόπτης επανέρχεται στον φωτισμό του νου, ήτοι την νοερά προσευχή· έτσι, η πράξη είναι βάση της θεωρίας. Περί πράξεως (καθάρσεως) και θεωρίας (φωτισμού-θεώσεως) γίνεται λόγος σε όλα τα κείμενα των Πατέρων, ακόμη και του Μ. Βασιλείου, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου κ.ά.
Βέβαια, κατά τον Μεσαίωνα στην Δύση ερμηνεύθηκαν διαφορετικά οι όροι πράξη και θεωρία. Με την λέξη πράξη εννοούσαν την Ιεραποστολή και με την λέξη θεωρία εννοούσαν τον στοχασμό γύρω από θεολογικά θέματα.
Όμως, στην πατερική παράδοση η πράξη είναι η μετάνοια του ανθρώπου, δια της καθάρσεως της καρδιάς, και η θεωρία είναι η έλλαμψη-φωτισμός του νου και η θέα του ακτίστου Φωτός, δια της Θεώσεως του ανθρώπου.
«Στον μοναχισμό δυτικού τύπου γίνεται μια διάκριση μεταξύ πρακτικής ζωής και θεωρητικής ζωής. Η πρακτική ζωή είναι όταν κανείς αφιερώσει τον εαυτό του στην Ιεραποστολή, να πάει στην Αφρική, την Κίνα κλπ ή στην διοίκηση της Εκκλησίας, πάει για δεσπότης, με άλλα λόγια, ή για εφημέριος σε μια ενορία ή κατατάσσεται σε ένα τάγμα. Αυτή είναι η πρακτική ζωή. Όλοι οι Πάπες της Ρώμης βγαίνουν από τους πρακτικώς ζώντας. Μετά, υπάρχουν μερικοί -πάρα πολύ ολίγοι- στην Φραγκική Εκκλησία, αυτοί λέγονται θεωρητικοί και αυτοί ασχολούνται με  την προσευχή και με την θεωρία, την «contemplation» των Δυτικών, Το «contemplation» είναι ένας πνευματικός στοχασμός, που είναι εντελώς ξένος προς την Ορθόδοξη παράδοση. Στην Ορθόδοξη παράδοση έχουμε πράξη και έχουμε και θεωρία».
Το στάδιο της καθάρσεως-πράξεως είναι το στάδιο της μετάνοιας και από τον φωτισμό αρχίζει η θεωρία. Γι' αυτό και από τον φωτισμό του νου αρχίζει να αναπτύσσεται η θεολογία. Όμως, όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στο στάδιο του φωτισμού, λέγεται θεολογών, και όταν ανέρχεται στην θέωση-θεωρία, είναι πραγματικός θεολόγος.
«Ο θεολογών βρίσκεται στην κατάσταση του φωτισμού και θεολογεί βάσει της κατατεθειμένης εμπειρίας των θεουμένων, δηλαδή της Παλαιός και Καινής Διαθήκης και των κειμένων των Πατέρων της Εκκλησίας. Όταν ο άνθρωπος έλθει στην κατάσταση του φωτισμού, χρησιμοποιεί τις λειτουργικές ευχές, τους ύμνους και τις προσευχές που ακούει στην Εκκλησία. Δηλαδή, το Πνεύμα το Άγιον προσεύχεται μέσα στον άνθρωπο στην κατάσταση του φωτισμού με τις ευχές και τις προσευχές της λειτουργικής παραδόσεως. Και όταν κανείς βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση του φωτισμού, τότε θεολογεί. Άρα υπάρχει μια βασική διαφορά μεταξύ εκείνου που έχει φθάσει στην θέωση, που είναι ο αληθινός θεολόγος, και του θεολογούντος, εκείνου δηλαδή που είναι στην κατάσταση του φωτισμού, έστω και αν έχει και αυτός μια μικρή γεύση από την εμπειρία της Θεώσεως. Οπότε, θεολογεί ο θεολόγος, αλλά θεολογούν και οι θεολογούντες.
Επειδή όμως θεολογούν και οι θεολογούντες, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι θεολόγοι. Θεολόγος κατά κυριολεξίαν θα γίνει, όταν φθάσει στην κατάσταση της Θεώσεως και όταν δει τον Χριστό εν δόξη, οπότε του αποκαλύπτεται όλη η αλήθεια, όση μπορεί ο άνθρωπος να γνωρίσει σε αυτήν την ζωή. Ο Χριστός είναι η Αλήθεια, η οποία είναι ενυπόστατη. Μέχρις ότου, λοιπόν, γίνει θεούμενος, είναι απλώς θεολογών, δηλαδή φοιτητής της θεολογίας. Πτυχιούχος αυτής της θεολογίας είναι ο θεούμενος. Σήμερα, βέβαια, πτυχιούχοι της θεολογίας είναι όσοι έχουν πάρει ένα πτυχίο θεολογικής σχολής κάποιου Πανεπιστημίου. Αυτοί αυτοαποκαλούνται θεολόγοι, όμως δεν έχουν καμία σχέση με τους όντως θεολόγους της πατερικής παραδόσεως.
Ως προς το ποιος είναι κατά αλήθειαν θεολόγος, αν κανείς χρησιμοποίηση τα κριτήρια του Αποστόλου Παύλου ως και των Πατέρων της Εκκλησίας π,χ, του Συμεών του Νέου Θεολόγου, τότε θα δει ότι η σημερινή μοντέρνα Ορθόδοξη θεολογία, που είναι επηρεασμένη από την ρωσική θεολογία, δεν είναι πατερική θεολογία, άλλα μια παραμόρφωση της πατερικής θεολογίας, διότι γράφτηκε από ανθρώπους που δεν είχαν τις παραπάνω πνευματικές προϋποθέσεις».
Τελικά, η διέλευση του ανθρώπου από την κάθαρση στον φωτισμό και την θέωση είναι ο πραγματικός σκοπός της θεολογίας.
«Εκεί είναι ο σκοπός της θεολογίας, λένε οι Πατέρες. Ένας είναι ο σκοπός της θεολογίας: η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Η θεολογία δεν έχει κανέναν άλλο σκοπό. Καταλάβατε; Κανέναν άλλο σκοπό δεν έχει η θεολογία. Είναι κάθαρση, φωτισμός και θέωση».
Χωρίς αυτούς τους βαθμούς τελειώσεως δεν υπάρχει Ορθοδοξία.
«Η Ορθοδοξία χωρίς κάθαρση, φωτισμό και θέωση, τι είναι; Μπορείς να μου πεις; Δεν ξέρω αν μπορείς να βγάλεις αυτό το συμπέρασμα. Διότι η Εκκλησία δεν έβγαζε αυτό το συμπέρασμα. Και γιατί; Διότι υπήρχαν τα Μοναστήρια. Όπως γινόταν δηλαδή κάθαρση, φωτισμός και θέωση εξ επόψεως παραδοσιακής, έγινε έργο του μοναχισμού σιγά-σιγά. Καθόταν ο Επίσκοπος, ας πούμε, και διοικούσε και λέει, "εγώ έχω πέντε Μοναστήρια δηλαδή. Αν θέλετε να ζήσετε τέτοια ζωή, πάτε στο Μοναστήρι, εμείς ασχολούμαστε με την διοίκηση"».
Δυστυχώς, αλλοιώθηκε αυτή η παράδοση και σε αυτό το σημείο φαίνεται, κυρίως, η εκκοσμίκευση στην θεολογία.
«Η κάθαρση έγινε απαλλαγή από ηθικά παραπτώματα, από ηθικής απόψεως, δηλαδή, που το μυαλό του Έλληνα φαίνεται ότι είχε μεγαλύτερο πρόβλημα με το σεξ, παρά με ο,τιδήποτε άλλο. Έγινε μονομανία το πρόβλημα του σεξ στους Νεοέλληνες. Οπότε, κάθαρση στους ευσεβείς σημαίνει να μην έχεις σεξουαλικούς πειρασμούς.
Φωτισμός έγινε το κατηχητικό σχολείο -να μάθεις Αγία Γραφή, εκκλησιαστική ιστορία, μερικούς βίους Αγίων κλπ.,- δηλαδή να γεμίζουμε την λογική του ανθρώπου. Ενώ η κάθαρση είναι φώτιση του νοός του ανθρώπου. Πήγαν να κάνουν φώτιση της λογικής του ανθρώπου. Αντί να φωτίζεται ο νους, φωτίζεται σήμερα η λογική».
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν μπορεί κανείς να ζει την εκκλησιαστική ζωή χωρίς κάθαρση, φωτισμό και θέωση.
«Διότι χωρίς κάθαρση και φωτισμό, δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτή είναι η σωτηρία. Κάθαρση και φωτισμός».
Οι Άγιοι γνωρίζουν εκ πείρας ότι υπάρχει μια ροή μεταξύ των σταδίων της πνευματικής τελειώσεως.
«Ένας πρέπει, επίσης, να δίνει προσοχή στο γεγονός ότι, για τους Πατέρες, η κλίμακα των τελειώσεων δεν χωρίζεται η μια από την άλλη και δεν υπάρχει μεταξύ τους διάκριση μεταξύ ατελούς και τελείας. Υπάρχει μάλλον μια ανερχόμενη κλίμακα τελείωσης που δεν έχει τέλος. Έτσι, η κάθαρση είναι επίσης μια κατάσταση τελείωσης, μαζί με την έλλαμψη και την θεωρία. Και ακόμη, μέσα στην θεωρία δεν υπάρχει τέλος στην άνοδο σε υψηλότερα επίπεδα τελείωσης. Έτσι έχει το θέμα, -όχι μόνο με τον άνθρωπο, αλλά επίσης με τους αγγέλους- ένα σημείο που δείχνει καθαρά ότι οι διδασκαλίες των Πατέρων που αφορούν την τελείωση δεν έχουν να κάνουν τίποτα με τους Έλληνες φιλοσόφους ή με οποιαδήποτε φιλοσοφία».
Πρόκειται για μια διαρκή ανάβαση στην θεοπτία, με την Άκτιστη Χάρη του Θεού. Μείωση της θείας Χάριτος έχει συνέπεια στην πορεία αυτή.
«Επίσης, πρέπει να τονισθεί ότι η ύπαρξη σταδίων στην θεωρία, δεν σημαίνει ότι κάθε κατώτερο από ένα ανώτερο στάδιο είναι μια ατέλεια ή ακόμη μια σχετική ατέλεια. Η τελείωση είναι η ίδια, επειδή η Άκτιστη δόξα είναι αμερίστως μεριζόμενη. Μεταξύ και μέσα στους κτιστούς μετόχους είναι η ίδια. Αύξηση στην τελείωση χωρίς τέλος είναι μια αύξηση στην δεκτικότητα περισσότερης και περισσότερης δόξας για πάντα.
Οπωσδήποτε αφού και η αγάπη των δοξασμένων σταμάτησε να είναι κτητική, στο κατώτερο τέλος της θεωρίας, δεν υπάρχει πρόβλημα για περισσότερη ικανοποίηση περαιτέρω ανικανοποίητων επιθυμιών, αλλά μάλλον υπάρχει η πραγματικότητα της αιώνιας και δημιουργικής διεύρυνσης της ανιδιοτελούς αγάπης».
Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει τέλος της αγάπης, αλλά μια διαρκής αιώνια τελείωσή της.

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Αγιος Γέροντας Πορφύριος: «Να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε»



Ένας αδελφός μού είπε: Πήγε μια φορά ή σύζυγος μου, όταν εργαζόμουν στην επαρχία, σε έναν πάρα πολύ αυστηρό πνευματικό και όταν του είπε μια αδυναμία της πού θα την επαναλάμβανε, την αποπήρε, τη φοβέρισε και από τότε έκανε πολύ καιρό να ξαναπάει να εξομολογηθεί.

«Είδες, του είπε ό Παππούλης, τι κάνει ή πολλή αυστηρότητα; Γι’ αυτό σας λέω να προσέχετε σε τι πνευματικούς πηγαίνετε για να εξομολογείσθε, και συ και ή γυναίκα σου και τα παιδιά σου, και προ πάντων να είστε τότε ειλικρινείς σʹ αυτά πού λέτε, γιατί έτσι ο Θεός τα συγχωρεί όλα και ανεβαίνετε πνευματικά».

Μερικοί πνευματικοί διαπράττουν έγκλημα

Κοίταξε, παιδί μου! Ό Θεός μας, προκειμένου να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά του, πού τον πιστεύουν, τον αγαπούν και τον λατρεύουν, χρησιμοποιεί διάφορους τρόπους, μεθόδους και σχέδια. Μέσα στα σχέδια του Θεού μας είναι και ή επιβολή κανόνων, οι όποιοι αποσκοπούν, πάντα, στη σωτηρία τής ψυχής μας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση τη δική σου. Εμείς δεν μπορούμε να αλλάξουμε ή να διαγράψουμε τα σχέδια ιού Θεού.

Πολύ περισσότερο δεν μπορούμε να του το επιβάλλουμε. Μπορούμε, όμως, να τον παρακαλέσουμε και να τον ικετεύσουμε, και Εκείνος, σαν φιλάνθρωπος πού είναι, μπορεί να εισακούσει τις προσευχές μας και να συντμήσει το χρόνο ή ακόμη και να τον διαγράψει. Και το ένα και το άλλο, στο χέρι του είναι. Εμείς θα το ζητήσουμε. Και Εκείνος θα το εγκρίνει.

Ύστερα, οι κανόνες αυτοί δεν έχουν το χαρακτήρα τής εκδικήσεως ή τής τιμωρίας, αλλά τής διαπαιδαγωγήσεως, και δεν έχουν καμιά σχέση με αυτούς πού επιβάλλονται από ορισμένους πνευματικούς κατά την εξομολόγηση, και οι οποίοι, είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, είτε από άγνοια, εξαντλούν τα όρια τής τιμωρίας, χωρίς να αντιλαμβάνονται, ότι με τον τρόπο αυτό, αντί να κάνουν καλό, διαπράττουν έγκλημα. Εγώ, πάντα τους φωνάζω και τους συμβουλεύω:Όχι μεγάλες τιμωρίες. Άλλα σωστές συμβουλές. Γιατί, οι μεγάλες τιμωρίες, τροφοδοτούν τον άλλο (το διάβολο) με πλούσια πελατεία. Και αυτός, αυτό περιμένει. Αυτό καραδοκεί, και έχει πάντα ανοιχτές τις αγκάλες του για να τους δεχτεί! Και τους τάζει, μάλιστα, λαγούς με πετραχήλια…

«Ο μονοδιάστατος άνθρωπος» (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)


Ο σύγχρονος άνθρωπος ζη σε μια κοινωνία η οποία βλέπει όλα τα πράγματα μέσα από μια διάσταση και γι’ αυτό είναι επικίνδυνη. Ο άνθρωπος έχει διάφορα προβλήματα, οικονομικά, βιολογικά, ψυχολογικά, πολιτισμικά, υπαρξιακά, θρησκευτικά. Έτσι, όταν όλο το ενδιαφέρον της κοινωνίας εξαντλήται σε μιά μόνον διάσταση (βιολογική, οικονομική) τότε χαρακτηρίζεται ως «μονοδιάστατη κοινωνία» και ο άνθρωπος που ζη μέσα σε αυτήν χαρακτηρίζεται ως «μονοδιάστατος» και κατ’ επέκταση είναι ψυχικά, ψυχολογικά, πολιτισμικά και υπαρξιακά ανάπηρος.

Η οικονομική κρίση πού έπληξε τήν Πατρίδα μας είναι ένα γεγονός λυπηρό καί πρέπει νά αποδοθούν ευθύνες, γιατί προκαλεί κοινωνικές καί οικογενειακές αναστατώσεις, αλλά κυρίως γιατί δημιουργεί προβλήματα στούς νέους ανθρώπους, οι οποίοι υφίστανται τίς συνέπειες τής οικονομικής κρίσης, χωρίς νά ευθύνωνται οι ίδιοι καί έτσι βλέπουν μέ δυσοίωνες προοπτικές τό μέλλον τους. Όμως καί η απολυτοποίηση τής οικονομικής κρίσης, χωρίς νά βλέπουμε καί τά ποικίλα προβλήματα πού υπάρχουν στήν κοινωνία μας, αυξάνει τόν προβληματισμό, τόν σκεπτικισμό καί, τελικά, επιτείνει τήν αγωνία.

Ο άνθρωπος δέν είναι μιά «ζωντανή μηχανή», δέν είναι ένα «βιολογικό όν», δέν είναι ένα «έμψυχο εργαλείο» στά χέρια τών εργοδοτών καί τών μηχανισμών εξουσίας, αλλά είναι ένα «πνευματικό όν», ένα «θεολογικό όν» πού αναζητά νόημα καί πληρότητα ζωής.

Διακατεχόμενος τόν τελευταίο καιρό από τέτοιες σκέψεις, θυμήθηκα τό έργο του Χέρμερτ Μαρκούζε μέ τίτλο Ο μονοδιάστατος άνθρωπος καί τίς σημαντικότερες παρατηρήσεις του στό πρώτο κεφάλαιο τού βιβλίου μέ τίτλο «μονοδιάστατη κοινωνία». Μιά τέτοια κοινωνία στήν οποία ζούμε, καθημερινώς μάς καθιστά όλο καί περισσότερο υπαρξιακά καί πνευματικά ανάπηρους, αφού ατροφούν οι βασικές προδιαγραφές τής ύπαρξής μας, όταν βέβαια δέν έχουμε εσωτερικές αντιστάσεις.

Η πέμπτη δόση του δανείου και οι «αγανακτισμένοι» πολίτες (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)


Παρακολουθούμε όλοι τίς συζητήσεις γιά τήν πέμπτη δόση τού δανείου πού θέλουμε νά εισπράξουμε από τήν Τρόϊκα, προκειμένου νά μήν καταρρεύση η οικονομία τής Πατρίδας μας. Κατ’ αρχάς, παρατηρούμε ευχάριστα ότι όλοι μιλούν γιά τήν Πατρίδα καί τήν σωτηρία της, μιά έννοια πού τόν τελευταίο καιρό είχε ατονίσει χάριν τής παγκοσμιοποίησης καί τών αγαθών της. Χωρίς νά παραμελούμε τήν οικουμενικότητα, δέν πρέπει νά παραγνωρίζουμε τήν αξία τής Πατρίδος.

Έπειτα, τά σχετικά μέ τήν πέμπτη δόση τού δανείου μού υπενθύμισαν τήν δόση τού «ναρκωτικού» πού αναμένει μέ πολύ μεγάλη επιθυμία ο εξαρτημένος, τήν οποία δόση πρέπει νά λαμβάνη κατά διαστήματα γιά νά μήν εμφανισθούν τά συμπτώματα τής στέρησης, αλλά αυτό τόν αφήνει μέσα στόν κλοιό τής δουλείας. Ο καθηγητής Αντώνιος Κουτσελίνης δίνοντας τόν ορισμό τής εξάρτησης γράφει ότι ως εξάρτηση «νοείται μιά κατάσταση ψυχική ή καί φυσική ("σωματική") πού εμφανίζεται ως αποτέλεσμα τής επίδρασης ενός φαρμάκου σ’ ένα ζωντανό οργανισμό καί χαρακτηρίζεται από μιά ποικιλία εκδηλώσεων, μέσα στίς οποίες περιλαμβάνονται πάντοτε η διάθεση γιά τήν συνέχιση λήψης τού φαρμάκου, μέ σκοπό τήν επανεκδήλωση τών φαρμακολογικών ενεργειών του ή αντίθετα τήν αποφυγή δυσάρεστων συμπτωμάτων πού μπορεί νά εκδηλωθούν, όταν δέν ληφθεί».

Δεδομένου ότι η εξάρτηση είναι σωματική, ψυχολογική καί ιδεολογική, σκέφθηκα ότι η ελπίδα καί η επιδίωξη τής λήψης τής πέμπτης δόσης θυμίζει έναν εξαρτημένο οργανισμό, πού είναι εθισμένος στά ψευδαισθησιογόνα-παραισθησιογόνα «ναρκωτικά», τά οποία «προκαλούν διαταραχές τής αντίληψης τού επιπέδου συνείδησης καί τού θυμικού». Έτσι, η αναμενόμενη οικονομική δόση υπενθυμίζει τήν κατάσταση ενός λαού πού είναι εξαρτημένος, πού έχει εθισθή στό φάρμακο καί, όταν τού τό παίρνουν, αντιμετωπίζει τά συμπτώματα τής στέρησης. Γιά νά θυμηθώ τόν Μαρκούζε, αυτό παραπέμπει στόν «μονοδιάστατο άνθρωπο» καί τήν «μονοδιάστατη κοινωνία», η οποία παραθεωρεί τό «ουσιώδες» τού βίου πού έχει σχέση μέ τό νόημα ζωής, πού δέν στηρίζεται στήν πλαστικότητα τών αναγκών καί τήν δουλοπρέπεια.

«Σεξιστική η λέξη ‘μητέρα’»! (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


Η μεγάλη ροή πληροφοριών φέρνει κάθε μέρα στά αυτιά μας διάφορες ειδήσεις, οι περισσότερες τών οποίων είναι αρνητικές καί προκλητικές. Μιά από αυτές είναι καί η προσπάθεια νά καταργηθούν οι λέξεις μητέρα, πατέρας, χάρη τής λεγόμενης ισότητας τών φύλων. Σέ σχετική πληροφορία διαβάζουμε:

«Τό Συμβούλιο τής Ευρώπης, μέ τήν απόφαση 12267, συνιστά νά καταπολεμηθεί ως σεξιστική στερεοτυπία (!) η χρήση τού όρου "μητέρα". Συνιστάται η παράκαμψη τής χρήσης τής έννοιας αυτής ως ανασταλτικής τής "ισότητας τών δύο φύλων". Έτσι αξιολογείται ο ρόλος τής μητέρας ως παθητική λειτουργία» (Χριστιανική 26-5-2011).

Μιά τέτοια πράξη θεωρείται ως «προοδευτική», πού ταιριάζει στόν σύγχρονο άνθρωπο καί τήν σύγχρονη κοινωνία. Η πληροφορία επιμένει νά μάς ενημερώνη.

«Ιδιαιτέρως "προοδευμένη" επ’ αυτού παρουσιάζεται η Ελβετία, όπου σύμφωνα μέ νέα οδηγία περί τής υπηρεσιακώς ενδεικνυόμενης γλώσσας, η χρήση τών εννοιών "πατέρας" καί "μητέρα" εμπίπτει στήν κατηγορία τών καλουμένων "εννοιών διακρίσεων" συνεπώς τά παιδιά δέν θά μπορούν επισήμως νά έχουν πατέρα καί μητέρα, αλλά "γονεϊκά μέρη" ή "α’ καί β’ γονεϊκό" ως γονείς.

"Η οδηγία είναι υποχρεωτική, προκειμένου περί υπηρεσιακών δημοσιευμάτων καί εγγράφων", εξήγησε η Isabel Kamber, υποδιευθύντρια τού Γερμανικού τομέα τής Κεντρικής Γλωσσικής Υπηρεσίας τής Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας τής Ελβετίας!» (Ένθ. ανωτ.).

Δέν ξέρει κανείς τί νά πρωτοσχολιάση από αυτές τίς απαράδεκτες καί προκλητικές ενέργειες. Η Εφημερίδα σχολιάζει τό γεγονός μέ δύο λέξεις: «Θού Κύριε»! Παραμένει κανείς άναυδος καί διερωτάται πού θά πάη αυτή η κοινωνία!

Δυστυχώς, μέ τέτοιες ενέργειες σκοτώνουν τίς πιό γλυκές λέξεις καί έννοιες, όπως πατέρας καί μητέρα, πού μάς έδωσαν τήν ζωή –μέ τήν δύναμη τού Θεού– έγιναν όργανα τού εκπληκτικού μυστηρίου, μάς μεγάλωσαν μέ πόνο, θυσίες καί αγάπη, μάς έδειξαν τά πιό φιλάνθρωπα πατρικά καί μητρικά συναισθήματα καί εξακολούθησαν σέ όλη τους τήν ζωή νά μάς αγαπούν πραγματικά, ανυστερόβουλα. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τόν κανόνα.

«Καρδιακός θάνατος» (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


Στην εποχή μας γίνεται λόγος για τον εγκεφαλικό θάνατο, ως τον πραγματικό θάνατο, δηλαδή για την νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους, ανεξάρτητα αν εξακολουθή να λειτουργή η καρδιά με την μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Ενώ παλαιότερα ο θάνατος προσδιοριζόταν από την παύση της καρδιάς, οι σύγχρονοι επιστήμονες κάνουν λόγο για τον εγκεφαλικό θάνατο, δηλαδή την νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους και την μη αναστρέψιμη βλάβη του εγκεφαλικού ιστού. Αυτή η αλλαγή έγινε προκειμένου να χρησιμοποιούνται τα όργανα ενός λεγομένου «πτωματικού δότη». Η «επίσημη» άποψη της Επιτροπής Βιοηθικής τείνει να παραδεχθή την άποψη περί εγκεφαλικού θανάτου.
Πρόσφατα, όμως, στο θέμα αυτό παρενέβη ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, σε ομιλία του που έκανε στην Καβάλα, κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Ιερά Μητρόπολη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου. Είπε, μεταξύ άλλων, στην ομιλία του:

«Η καρδία είναι τό κέντρον τής ψυχής καί τής υπάρξεως, διό καί ο καρδιακός θάνατος είναι ο όντως θάνατος καί όχι ο εγκεφαλικός. Η καρδία είναι η φωλεά τής προσωπικότητος μέ όλον τό θετικόν φορτίον τών σπερμάτων τής αρχαίας σκωρίας τών παθών. Διά τούτο καί οι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τής Εκκλησίας επιμένουν πολύ εις τήν ανάγκην τής καθάρσεως τής καρδίας, καί μάλιστα προσδιορίζουν τόν τρόπον διά τής αδιαλείπτου προσευχής: "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τόν αμαρτωλόν", διά τής πνευματικής εγρηγόρσεως, ανυστάκτου προσοχής καί νηπτικής ασκήσεως, διά τής χαλιναγωγήσεως τής φαντασίας μέ τήν φύλαξιν τών αισθήσεων, διά τού κατά Θεόν πένθους καί τών δακρύων, διά τής εξαγορεύσεως τών λογισμών καί εξομολογήσεως τών αμαρτημάτων. Τότε η Χάρις τού Θεού καθαρίζει, θεραπεύει, ειρηνεύει καί αγιάζει τήν καρδίαν, καί τήν καθιστά άξιον κατοικητήριον τού Θεού. Εις τήν Παλαιάν Διαθήκην ο Θεός ζητεί από τόν πιστόν: "Υιέ, δός μοι σήν καρδίαν". Απαιτεί δηλαδή τό όλον πρόσωπον, τήν όλην προσωπικότητα καί ζωήν. Η ένωσις τής καρδίας μέ τόν Θεόν είναι τό ύψιστον τών εφετών, τό οποίον όμως δύναται νά επιτευχθή μόνον εάν ο Θεός «διανοίξη» τήν καρδίαν μας, όπως τής Αγίας Λυδίας. Δέν είναι αποτέλεσμα μόνον τής ιδικής μας επιθυμίας».

«Δίκτυο» και «Διαδίκτυο» αγάπης (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


Ενθαρρυντικά σημάδια, από μιά πονεμένη κοινωνία
Η κρίση πού περνούμε αυτόν τόν καιρό στήν Πατρίδα μας δέν είναι απλώς κρίση οικονομική, αλλά πνευματική, κρίση αγάπης στόν Θεό καί τόν άνθρωπο. Η αντιμετώπισή της πρέπει νά γίνη μέ μέσα πνευματικά, δηλαδή μέ μετάνοια, προσευχή καί απόλυτη εμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τού Θεού.
Παράλληλα πρέπει νά αναπτυχθή καί ο αλτρουϊσμός, η εθελοντική προσφορά καί η φιλανθρωπία. Δέν πρέπει νά τό περιμένουμε από τό Κράτος, γιατί αυτό δέν μπορεί νά ανταποκριθή. Ο λαός έχει μιά σοφή παροιμία: «Τό ένα χέρι νίβει τό άλλο καί τά δυό τό πρόσωπο». Δέν μπορούσε νά μείνουμε απαθείς ούτε νά γίνουμε απάνθρωποι μέ τό νά συσσωρεύουμε υλικά αγαθά σάν τόν άφρονα πλούσιο τής παραβολής. Όταν δίπλα μας υπάρχη πόνος καί πείνα δέν δικαιολογείται αδράνεια, ούτε εναπόθεση τών ευθυνών σέ άλλους.

Τελευταία έλαβα γνώση μιάς σημαντικής πρωτοβουλίας ενός πνευματικού μου παιδιού καί σπεύδω νά τήν ανακοινώσω, γιά νά γίνη πρότυπο καί γιά άλλους. Πρόκειται γιά μιά προσπάθεια πού ονομάσθηκε «δίκτυο» καί «διαδίκτυο» καί αφορά συνάντηση καί επικοινωνία ανθρώπων γιά νά βοηθήσουν τούς συνανθρώπους τους πού έχουν ανάγκη. Σέ επιστολή πού μού απέστειλε γράφεται:

«Τό Δίκτυο τής …… συμπλήρωσε έναν χρόνο ζωής καί, μέ τήν ευχή σας (σάς είχα ενημερώσει καί είχα ζητήσει τήν ευχή σας πέρυσι όταν ξεκινούσαμε) πηγαίνει, δόξα τώ Θεώ, πολύ καλά. Τά χαρακτηριστικά τής παρέμβασής μας είναι η αμεσότητα στήν παροχή τής βοήθειας καί η εμπιστοσύνη στά πρόσωπά μας εκ μέρους τών συμπολιτών μας πού μάς υποστηρίζουν χρηματικά ή μέ οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Είναι επίσης η «δύναμη τού δεκάρικου» πού πολλαπλασιάζεται –10 ευρώ είναι η μηνιαία συνδρομή τών φίλων τού Δικτύου. Η ομάδα μας είναι μιά παράξενη παρέα 7 ανθρώπων, ετερόκλητων εντελώς. Είναι όλοι φίλοι δικοί μου πού δέν γνωρίζονταν μεταξύ τους προτού ξεκινήσουμε καί τώρα έχουν δεθή καί αγαπηθή».

Στήν συνέχεια αναφέρονται τά μέλη τής ομάδας καί τά γνωρίσματά τους.

Γιά τήν ανακοίνωση-πρόσκληση στό διαδίκτυο χρησιμοποιούνται τρείς φράσεις τού Οδυσσέα Ελύτη. «Τήν άνοιξη άν δέν τή βρείς τή φτιάχνεις». «Παρά λίγη καρδιά θά ‘ταν ο κόσμος άλλος». «Δίνε τόν χρόνο σου δωρεάν άν θέλεις νά σού μείνει λίγη αξιοπρέπεια».

Η ομάδα τού «Δικτύου» καταγράφουν καί τήν ταυτότητά τους ως πρός τόν εθελοντισμό τους:

Ο δαίμονας και οι δαιμονισμένοι (Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)



Κυριακή Ε’ Ματθαίου

Τό ευαγγελικό ανάγνωσμα πού διαβάστηκε σήμερα στήν θεία Λειτουργία, αναφέρθηκε στό θαύμα πού έκανε ο Χριστός στήν χώρα τών Γεργεσηνών, όταν θεράπευσε δύο δαιμονισμένους. Θά επιμείνουμε σέ δύο σημεία πού πρέπει ιδιαιτέρως νά προσέξουμε.

Τό πρώτον είναι αυτό πού έχει σχέση μέ τόν δαίμονα. Μέ τήν λέξη αυτή δηλώνεται ο διάβολος, ο οποίος είναι ιδιαίτερο πρόσωπο καί προηγουμένως ήταν άγγελος, αλλά μέ τήν υπερηφάνειά του έγινε άγγελος τής κακίας, διάβολος πού διαβάλλει συνεχώς τόν Θεό στούς ανθρώπους καί τούς ανθρώπους στόν Θεό.

Στήν περικοπή πού ακούσαμε σήμερα γράφεται ότι πολλοί δαίμονες εισήλθαν μέσα στό σώμα δύο δυστυχισμένων ανθρώπων καί ομιλούσαν μέσα από αυτούς. Έτσι, έχουμε μιά συνάντηση τού Χριστού μέ τούς δαίμονες. Δέν υπάρχει καμμιά σχέση μεταξύ αυτών, όπως τό είπαν οι ίδιοι: «Τί ημίν καί σοί, Ιησού Υιέ τού Θεού;» (Ματθ. η’, 29). Μάλιστα, υπάρχει τεράστια διαφορά. Ο Χριστός είναι αγάπη, ενώ οι δαίμονες διακατέχονται από μίσος πρός τούς ανθρώπους καί τήν κτίση. Ο Χριστός είναι η αλήθεια, ενώ οι δαίμονες είναι πνεύματα τής πλάνης. Ο Χριστός ευεργετεί τούς ανθρώπους, ενώ οι δαίμονες τούς κακοποιούν.

Η Εκκλησία διδάσκει ότι ο Χριστός μέ τήν ενανθρώπησή Του ενίκησε τόν διάβολο, τόν θάνατο καί τήν αμαρτία. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει: «εις τούτο εφανερώθη ο υιός τού Θεού, ίνα λύση τά έργα τού διαβόλου» (Α’ Ιω. γ’, 8). Άλλωστε, αυτό φαίνεται καί από όσα είπαν τά δαιμόνια στόν Χριστό: «ήλθες ώδε πρό καιρού βασανίσαι ημάς;» (Ματθ. η’, 29). Ο Χριστός ενίκησε τόν διάβολο μέ τόν Σταυρό καί τήν Ανάστασή Του, αλλά η τελική νίκη Του καί η βάσανος τού διαβόλου θά γίνη κατά τήν Δευτέρα Παρουσία. Μέχρι τότε τόν αφήνει νά πειράζη τούς ανθρώπους καί έτσι δοκιμάζεται η προαίρεση τών ανθρώπων, γιά νά απολαύσουν τά βραβεία τών αγώνων τους.

«Χαίρε αυγή μυστικής ημέρας» (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)


Η εορτή τής Κοιμήσεως της Θεοτόκου, είναι μια εορτή με βαθύτατο πνευματικό νόημα, είναι συνέχεια της Αναστάσεως του Χριστού. Ο Χριστός έλαβε το σώμα Του από την Παναγία, το ανέστησε με την θεότητά Του, οπότε και το σώμα της Παναγίας έπρεπε να λάβη δόξα, τιμή και ευπρέπεια. Άλλωστε, όλα τα χαρίσματα που έχει η Παναγία έχουν σχέση με το ότι είναι η Μητέρα του Χριστού. Έτσι, σήμερα εορτάζουμε την ένδοξη Κοίμηση της Θεοτόκου και την μετάστασή της στους ουρανούς. Η Παναγία έζησε αυτό που θα ζήσουν όλοι οι άγιοι κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και στην ζωή που θα επακολουθήση.

Τό γεγονός τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου παραπέμπει τήν σκέψη μας στά βασικά θέματα τής ζωής μας πού σχετίζονται μέ τόν θάνατο, τήν κοίμηση, τόν ουρανό, τόν Θεό. Εμείς ασχολούμαστε συνήθως μέ τήν καθημερινότητα, μέ τό φαγητό, τό ποτό, τήν εργασία, τήν διασκέδαση, τίς εκδρομές καί πολλές άλλες πράξεις, αλλά αγνοούμε ή παρακάμπτουμε τά προβλήματα πού αναφέρονται στά υπαρξιακά ερωτήματα, όπως γιά τό τί είναι η ζωή, τί είναι ο θάνατος, γιατί νά υπάρχη θάνατος, πού πάει ο άνθρωπος μετά τόν θάνατο, πού βρίσκονται τά αγαπητά μας πρόσωπα πού έφυγαν από τόν κόσμο αυτόν, πώς θά ζήσουμε τόν υπόλοιπο χρόνο τής ζωής μας χωρίς αυτά, καί τόσα άλλα ερωτήματα πού μάς βασανίζουν ποικιλοτρόπως.

Πολλοί έχουν εντοπίσει τό γεγονός ότι τό μεγαλύτερο πρόβλημα πού ταλαιπωρεί τόν άνθρωπο στήν ζωή του δέν είναι τό οικονομικό, αλλά ο θάνατος. Ένα παράδειγμα πού επιβεβαιώνει αυτό τό γεγονός είναι ο θάνατος ενός αγαπητού μας προσώπου. Σέ μιά τέτοια περίπτωση δέν μάς ευχαριστεί τίποτε, δέν μάς ικανοποιεί τό πλούσιο εορταστικό τραπέζι, δέν μάς ευφραίνει η ομορφιά τής φύσης, δέν μάς χαροποιεί τίποτε στήν ζωή. Μερικές φορές όταν περνάμε αυτές τίς καταστάσεις πένθους είμαστε ιδιότροποι, συμπεριφερόμαστε ιδιόρρυθμα, ίσως καί επιθετικά, πράγμα πού ενοχλεί καί παραξενεύει τούς ανθρώπους πού είναι κοντά μας. Έτσι, ο θάνατος είναι τό μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα.

Ψυχανάλυση και ψυχοσύνθεση (Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


«ΣΤΩΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΩΝ ΑΙΡΕΣΙΣ»
 Ένα ρεύμα που παρατηρεί κανείς να υπάρχη στην εποχή μας είναι οι ψυχολογικές αναλύσεις. Όλα ερμη­νεύονται ψυχολογικά και μάλιστα ανθρωποκεντρικά. Αναπτύσσεται μια ανθρωποκεντρική, ουμανιστική ψυ­χολογία. Γίνεται λόγος για την ψυχανάλυση ως μεθόδου ευρέσεως του εαυτού μας και μεθόδου αποκτήσεως ψυ­χικής ισορροπίας. Όμως αν μελετήσουμε επακριβώς τα πατερικά κείμενα, θα διαπιστώσουμε ότι γίνεται σε αυτά λόγος περισσότερο για την ενοποίηση της ψυχής, δηλα­δή για την ψυχοσύνθεση. Η ψυχή με την απομάκρυνσή της από τον Θεό έχει διασπασθή εσωτερικά, οπότε χρειά­ζεται να ενοποιηθή. Στην διδασκαλία τού αγίου Γρηγορίου του Παλαμά γίνεται λόγος και γι αυτό το θέμα.

Ο φιλόσοφος Βαρλαάμ ισχυριζόταν ότι η αγιότης και η τελειότης είναι αδύνατον να ευρεθούν «άνευ διαιρέσεως και συλλογισμού και αναλύσεως», γι’ αυτό συνιστούσε ότι εκείνος που επιθυμεί να αποκτήση την τε­λειότητα και αγιότητα είναι αναγκαίο να διδαχθή «τας διαιρετικάς και συλλογιστικάς και αναλυτικάς μεθό­δους». Αλλά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αντικρούει αυτήν την άποψη, που είναι «Στωϊκών τε και Πυθαγο­ρείων αίρεσις». Εμείς οι Χριστιανοί, διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος, δεν θεωρούμε αληθινή γνώση αυτήν που βρίσκεται με λόγους και συλλογισμούς, «αλλά την δι’ έργων τε και βίου αποδεικνυμένην ή και μη μόνον αληθής, αλλά και ασφαλής εστί και απερίτρεπτος». Στην συνέχεια λέγει ότι δεν μπορεί κανείς ούτε τον εαυτό του να γνωρίση με διαιρετικές, συλλογιστικές και αναλυτικές μεθόδους, αν δεν καταστήση τον νου του «άτυφον και απόνηρον» με την επίπονη μετάνοια και σύντονη άσκηση. Όποιος δεν καταστήση το νου του άτυφο και απόνηρο, δηλαδή όποιος δεν καθαρίση τον νου του, δεν πρόκειται να αποκτήση την γνώση της πτωχείας του, που είναι ωφέλιμος αρχή της γνώσεως του εαυτού του.
Το χωρίο αυτό είναι σημαντικότατο. Γιατί πολλοί σήμερα διδάσκουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να έλθη σε γνώση τού εαυτού του με την αυτοανάλυση και ψυχα­νάλυση. Αλλ’ αυτό είναι πλάνη και μπορεί να οδηγήση τον άνθρωπο σε φρικτά αποτελέσματα. Όταν κανείς αυτοαναλύεται, τότε το πιθανότερο είναι να καταλήξη στην σχιζοφρένεια.
Η ασκητική μέθοδος είναι απλή. Επιδιώκουμε, με τους τρόπους που διαγράψαμε προη­γουμένως, δηλαδή με την τήρηση του νου, με την κά­θαρση και την επιστροφή του στην καρδιά δια της μετανοίας και της νοεράς προσευχής, με την τήρηση των εντολών τού Χριστού, να τον ελευθερώσουμε από τις εικόνες και την αιχμαλωσία του στα αισθητά πράγμα­τα και έτσι, επιστρέφοντας στην καρδιά, να δη την ερήμωσή του την εσωτερική. Η γνώση του εαυτού μας γίνεται με την ενέργεια του Παναγίου πνεύματος. Μόνον όταν η Χάρη τού Θεού με την δική μας εργασία φωτίση την ψυχή, γνωρίζουμε κάθε λεπτομέρεια του είναι μας με ακρίβεια. Γι’ αυτό η θεραπεία τού νου μας φανερώνει την ύπαρξη των παθών, οπότε, φωτιζόμενοι από το Άγιο Πνεύμα και ενδυναμούμενοι από Αυτό, μπορούμε να πολεμήσουμε εναντίον τους.
(Απόσπασμα από: Θεραπευτική Αγωγή. Προεκτάσεις στην «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» 2, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Έκδοση Δ’ – Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας) – Σελ.: 296-298)

(Πηγή ηλ. κειμένου: egolpion.com)

«Διάλογος της Εκκλησίας με την Δεξιά και την Αριστερά» (Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


Πρόσφατα έγινε συζήτηση στον εκκλησιαστικό και ευρύτερο χώρο για τον διάλογο μεταξύ Εκκλησίας και Αριστεράς που διεξήχθη τελευταία. Δεν παρακο­λούθησα το Συνέδριο αυτό από κοντά, μόνον διάβασα μερικές εισηγήσεις και τα σχετικά δημο­σιεύματα. Μερικές σκέψεις μου καταγράφονται εδώ για ευρύτερη συζήτηση και διευκρίνιση.

1. Η Εκκλησία είναι ένας χώρος ανοικτός σε όλους, αλλά με ορισμένο σκοπό. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη κοινωνία που αποκτά θεολογική σημασία ως Σώμα, το Σώμα του Χριστού, ως μια πνευματική οικογένεια, ένα πνευματικό θεραπευτήριο. Η Εκκλησία δέχεται τους πάντες, νοηματοδοτεί τον βίο τους και ανοίγει τους ορίζοντες της ζωής τους. Σε αυτήν συγκαταλέγονται άρχοντες και αρχόμενοι, σοφοί και αγράμματοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, άνθρωποι από όλα τα έθνη και τους λαούς, πλούσιοι και πτωχοί. Η Εκκλησία δεν λειτουργεί ως μια ιδεολογία, αλλά ως μια πνευμα­τική μάνα που γεννά και μεγαλώνει τα παιδιά της, ανεξαρτήτως χρώματος, τάξεως, φύλου και εθνών. Όποιος βλέπει την Εκκλησία  ως ιδεολογία αποτυγχάνει να δη τον βαθύτερο σκοπό της, να δη την δυναμικότητα της καρδιάς της και το πώς διοχετεύει το αίμα της σε όλα τα μέλη της, ακόμη και τα πιο ταπεινά και εξουθενημένα.
2. Οι όροι «δεξιά» και «αριστερά» δημιουργήθηκαν ευκαι­ριακά από την θέση που κατέλαβαν τα μέλη της Συντακτικής Συνελεύσεως στην επαναστατημένη Γαλλία το 1789, που συζητούσαν αφ’ ενός μεν πώς θα λειτουργούσε το πολίτευμα σε μια συνταγματική μοναρχία αφ’ ετέρου δε ποιά θα ήταν η εξουσία του βασιλιά. Όσοι κάθονταν στα αριστερά ήταν πιο ριζοσπαστικοί-προοδευτικοί, ενώ όσοι κάθονταν στα δεξιά ήταν πιο συντηρητικοί. Έκτοτε αυτοί οι όροι φορτίσθηκαν με έντονο κοινωνιολογικό περιεχόμενο, και απέ­κτησαν μια ιδεολογική κατεύθυνση.

Οι «κρυφόπτωχοι» (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιερόθεος)



Η οικονομική κρίση στην Πατρίδα μας ανέδειξε διάφορες καταστάσεις και διάφορες κατηγορίες ανθρώπων. Σε όλες τις κοινωνίες, ακόμη και σε αυτές τις λεγόμενες προηγμένες, όπως στην Ευρώπη και την Αμερική, υπάρχουν άνθρωποι που ζητιανεύουν για να ζήσουν, που κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Αλλά σε όλες τις κοινωνίες υπάρχουν άνθρωποι που είναι άνεργοι, πτωχοί, αλλά θέλουν να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους και συνήθως κρύπτονται. Υπομένουν την φτώχεια τους με αξιοπρέπεια.

Έτσι, δημιουργείται μιά κατηγορία πού λέγονται «κρυφόπτωχοι», οι οποίοι βγαίνουν τό βράδυ καί αναζητούν τήν τροφή τους κυρίως από τά σκουπίδια, μακρυά από τά βλέμματα τών ανθρώπων.

Η Εφημερίδα Καθημερινή έκανε ένα ρεπορτάζ γιά τήν κατηγορία τών «κρυφόπτωχων». Σύμφωνα μέ τόν πρώην Πρόεδρο τού Ιδρύματος Αστέγων τού Δήμου Αθηναίων κ. Γιώργο Αποστολόπουλο, υπάρχουν πολλοί, ανάμεσα στούς οποίους είναι καί αρκετοί πρώην επώνυμοι καλλιτέχνες, πού πηγαίνουν στόν Δήμο γιά νά πάρουν τό φαγητό τους καί συγχρόνως διατηρούν τήν αξιοπρέπειά τους. Διηγείται:

«Έχω δεί πολλά δυσάρεστα πράγματα σέ αυτήν τήν υπηρεσία, ωστόσο εξακολουθώ νά ξαφνιάζομαι μέ τίς περιπτώσεις πού αντιμετωπίζουμε. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν κυρίες πού έρχονται γιά νά πάρουν τρόφιμα χωρίς νά τό ξέρη κανένας, ούτε γείτονες ούτε συγγενείς. Μιλάμε γιά κατοίκους παραδοσιακά πλούσιων περιοχών, όπως η Κηφισιά, τό Κολωνάκι καί η Βούλα. Κάποιες από αυτές τίς κυρίες, μάλιστα, λένε στούς γνωστούς τους, όταν πηγαίνουν νά πάρουν τρόφιμα, ότι αυτά προορίζονται γιά φιλανθρωπικό σκοπό. Ότι, δηλαδή, παίρνουν τά τρόφιμα από τόν δήμο όχι γιά τίς ίδιες, αλλά γιά νά τά μοιράσουν στούς φτωχούς».

Ο ιδιοκτήτης Ψητοπωλείου στήν Κυψέλη κ. Ανδρέας Ανδριανάκης διηγείται:

«Το ίντερνετ πάνω μας!» (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου & αγ. Βλασίου Ιερόθεος)



Το ίντερνετ έχει εισέλθει σταθερά στην ζωή μας, αφού πολλοί από τους ανθρώπους το χρησιμοποιούν, ιδιαιτέρως όμως όλοι οι σύγχρονοι νέοι είναι χρήστες σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνεται λόγος για εξάρτηση όμοια με τις εξαρτησιογόνες ουσίες –τα ναρκωτικά, το αλκοόλ– και να χρειάζεται η συνδρομή ψυχολόγου για απεξάρτηση.

Η λέξη ίντερνετ στήν ελληνική γλώσσα αποδίδεται μέ τήν λέξη διαδίκτυο πού δηλώνει «τό διεθνές δίκτυο υπολογιστικών συστημάτων, πού δημιουργήθηκε από τήν σύνδεση πολλών δικτύων ανά τόν κόσμο μέ σκοπό τήν άμεση διακίνηση πληροφοριών γιά επιστημονικούς, εμπορικούς, εκπαιδευτικούς καί ψυχαγωγικούς σκοπούς» (Γεώργιος Μπαμπινιώτης).

Στήν αρχή τό ίντερνετ συνδεόταν μέ τόν υπολογιστή πού βρισκόταν στό Γραφείο καί έπρεπε νά καθίση κανείς γιά νά τό ανοίξη. Έπειτα, εφευρέθηκε τό λάπτοπ, τό οποίο μπορούσε κανείς νά έχη μαζί του καί νά κάνη οπουδήποτε χρήση. Σήμερα μπορεί ο άνθρωπος νά έχη τό ίντερνετ στήν τσέπη του «μετατρέποντας τό κινητό τηλέφωνο σέ smartphone». Διαβάζουμε, όμως, στίς εφημερίδες ότι έρχεται ο καιρός πού τό ίντερνετ θά είναι πάνω μας. «Είναι τά wearable computers, δηλαδή συσκευές πού φοριούνται στό ανθρώπινο σώμα καί, επί τού παρόντος, έχουν τήν μορφή βραχιολιού ή γυαλιών». Όμως, προβλέπεται ότι θά ακολουθήση τό επόμενο βήμα πού είναι τά γκάτζετ, δηλαδή οι ηλεκτρονικές συσκευές πού «θά συνδέονται μέ τό ανθρώπινο σώμα καί σέ ορισμένες περιπτώσεις θά αλληλοεπιδρούν μέ αυτό, αφήνοντας πίσω τίς «παθητικές» συσκευές πού εκτελούν εντολές μόνο όταν κάποιος τούς τίς δώσει».

Πάντως, τώρα σχεδιάζονται ιδιαίτερες ηλεκτρονικές συσκευές. Πρόκειται γιά «τά γυαλιά τής Google» στά οποία θά είναι προσαρμοσμένες οι συσκευές «κάνοντας βιντεοκλήσεις, βγάζοντας φωτογραφίες καί παίζοντας μουσική», οπότε θά μπορεί ο χρήστης του, νά καταγράφη τά πάντα καί νά τά μοιράζεται μέσω τού ίντερνετ, αλλά καί γιά «τό ρολόϊ τής Apple», πού θά φοριέται στό χέρι σάν ρολόϊ «καί θά εκτελεί διεργασίες τού i Phone καί τού i Pad».

Πρέπει να απλοποιηθή το ράσο ή και να καταργηθή ακόμη για να διευκολυνθούν κυρίως οι έγγαμοι Κληρικοί στην ζωή τους εκτός Ναού; (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)




Συνέντευξη του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου στην δημοσιογράφο κ. Παπαβλάχου.

1. Ερώτηση: Πρέπει, κατά τήν γνώμη σας, νά απλοποιηθή τό ράσο ή καί νά καταργηθή ακόμη γιά νά διευκολυνθούν κυρίως οι έγγαμοι Κληρικοί στήν ζωή τους εκτός Εκκλησίας (μάλλον εκτός Ναού);
Τό ράσο είναι τό ένδυμα τού Ορθοδόξου Κληρικού, πού διαμορφώθηκε από τήν Παράδοση, καί είναι διακριτικό γνώρισμά του. Έχει μιά ιστορία, συνδεμένη μέ θυσίες, αγώνες, δάκρυα καί αίματα. Όπως ξέρετε, πολλά λειτουργήματα στήν κοινωνία έχουν κάποια διακριτική ενδυμασία, όπως οι ιατροί, οι νοσοκόμοι, οι φαρμακοποιοί κλπ. Στούς Κληρικούς τό ράσο θυμίζει ότι είναι πνευματικοί ιατροί καί όχι απλώς κοινωνικοί λειτουργοί.

Η ζωή τού Κληρικού είναι θυσιαστική, είναι μιά διαρκής προσφορά καί απαιτεί τό νά βγαίνη κανείς από τόν εαυτό του καί νά προσφέρεται στόν άλλον. Αυτό συνδέεται μέ τόν αγώνα, τήν θυσία, τήν υπομονή στίς συκοφαντίες καί στήν κριτική τών ανθρώπων. Τελικά πιστεύω ότι δέν είναι τό ράσο εκείνο πού δυσκολεύει τούς Κληρικούς στό έργο τους, αλλά η υψηλή αποστολή τής Ιερωσύνης. Τό νά φορά κανείς τό ράσο είναι η μικρότερη θυσία πού μπορεί νά κάνη.

Υπάρχουν νέοι πού ισχυρίζονται ότι τό ράσο τούς εμποδίζει νά γίνουν Κληρικοί. Δέν νομίζω ότι αυτό είναι τό πρόβλημά τους. Στήν πράξη έχουν αντίρρηση στήν θυσιαστική καί ασκητική ζωή τής Ιερωσύνης, σέ αυτό πού εκπροσωπεί η Ιερωσύνη. Στίς άλλες Χριστιανικές Ομολογίες έχει αποβληθή τό ράσο εκτός τούς Ιερού Ναού, αλλά παρά ταύτα δέν υπάρχουν κλήσεις γιά νά αναλάβουν τήν ποιμαντική διακονία τών ανθρώπων.

Βέβαια σέ μερικά σημεία καί στήν χώρα μας μερικοί Κληρικοί έχουν απλοποιήσει τήν ενδυμασία τους, όταν εξέρχωνται από τόν Ναό, καί ίσως κάτι πρέπει νά γίνη πρός τήν κατεύθυνση αυτή, αλλά νομίζω ότι δέν πρέπει οι Κληρικοί νά αποβάλουν τό ράσο, γιατί δέν είναι αυτό τό βασικό πρόβλημά τους σήμερα. Τό μεγαλύτερο πρόβλημα τής Εκκλησίας είναι η εκκοσμίκευση καί η ανικανότητα τών ανθρώπων νά αισθανθούν τήν αγάπη τού Θεού καί νά θυσιάζωνται γιά τούς άλλους.

2. Ερώτηση: Είναι έτοιμη η Εκκλησία, αλλά καί η κοινωνία, νά δεχθή μιά τέτοια αλλαγή;

Ομολογητές πίστεως και μάρτυρες Χριστού (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)



Είναι γεγονός ότι ζούμε σε αποκαλυπτικούς καιρούς, αφού βλέπουμε να επικρατή μια μεγάλη αποστασία των ανθρώπων από το θέλημα του Θεού και κυρίως, βέβαια, από τον ζωντανό Θεό. Το πρόβλημα όμως είναι το πώς αντιμετωπίζει κανείς αυτήν την κατάσταση.

Η Εκκλησία, όπως το βλέπουμε στην διδασκαλία των Πατέρων και των αγίων, εξασκούσε πάντοτε την αντιαιρετική τακτική και αντιμετώπιζε τους αιρετικούς, αναιρώντας τα επιχειρήματά τους, αλλά όμως προχωρούσε και σε ένα άλλο βασικότερο σημείο, δηλαδή οριοθετούσε την Ορθόδοξη πίστη και βοηθούσε τους πιστούς να την βιώνουν και να αποκτήσουν ενότητα με τον Χριστό. Δηλαδή, βοηθούσε τους Χριστιανούς να ζουν μέσα στην Εκκλησία, με την θεολογία και τα μυστήρια, ώστε να αντιμετωπίζουν κάθε αίρεση, αλλά και τις ενέργειες του αντιχρίστου.

Είναι γνωστό από τα έργα των Πατέρων ότι όταν εμφανίζονται αιρέσεις και όταν θα έλθη ο αντίχριστος, θα πλανηθούν όσοι δεν έχουν προσωπική πείρα των αληθειών της πίστεως, όσοι δεν είναι πραγματικά παιδιά του Θεού και δεν μπορούν να κάνουν την διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, μεταξύ ενεργειών του Θεού και ενεργειών του διαβόλου. Γι’ αυτό πιστεύω ότι έργο της Εκκλησίας δεν είναι αποκλειστικά και μόνον να μάχεται με τους αιρετικούς, αλλά να καταρτίζη τους πιστούς, ώστε στον κατάλληλο καιρό να γίνουν ομολογητές του Χριστού και μάρτυρες από αγάπη για Αυτόν. Και γνωρίζουμε καλά ότι το να ομολογή κανείς τον Χριστό και να μαρτυρήση για Αυτόν δεν είναι ένα ανθρωποκεντρικό έργο, ούτε αποτέλεσμα ενός φροντιστηρίου αντιαιρετικού αγώνος, αλλά μέθεξη της Χάριτος του Θεού.

Οἱ σεισμοὶ εἰς τὰ συναξάρια τῆς Ἐκκλησίας Τοῦ Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου








Οἱ σει­σμοὶ συν­δέ­ον­ται μὲ τὴν ζω­ὴ τῶν ἀν­θρώ­πων σὲ ὅ­λες τὶς ἱστορι­κὲς πε­ρι­ό­δους. Ἡ ἱ­στο­ρί­α δι­α­σώ­ζει μνῆ­μες τέ­τοιων κα­τα­στρε­πτι­κῶν σει­σμῶν ποὺ εἶ­χαν φο­βε­ρὲς συ­νέ­πει­ες καὶ σὲ ἀν­θρώ­πους καὶ σὲ ἄλ­λα ἀντι­κεί­με­να. Μέ­σα στὸ Συ­να­ξά­ρι­ο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ποὺ δι­α­βά­ζε­ται καθημε­ρι­νὰ κα­τὰ τὴν ἀ­κο­λου­θί­α τοῦ Ὄρ­θρου, δι­α­σώ­ζον­ται οἱ μνῆ­μες τέτοιων φο­βε­ρῶν σει­σμῶν. Καὶ τὸ ὅ­τι ἐ­τέ­θη­σαν στὸ Συ­να­ξά­ρι­ο, αὐ­τὸ ἦ­ταν ἔκ­φρα­ση τῆς εὐ­γνω­μο­σύ­νης πρὸς τὸν Θε­ὸ γιὰ τὴν σω­τη­ρί­α, ἀλ­λὰ καὶ τῆς πα­ρα­κλή­σε­ως πρὸς Αὐ­τὸν γιὰ νὰ μὴ συμ­βοῦν ἐκ νέ­ου τέ­τοιες καταστροφι­κὲς ἐ­νέρ­γει­ες.

Ὁ ἀ­εί­μνη­στος Πρώτ. π. Ἰ­ω­άν­νης Ράμ­φος σὲ μί­α με­λέ­τη μὲ τί­τλο “Μνῆ­μαι σει­σμῶν” κά­νει λό­γο γιὰ τοὺς σει­σμοὺς οἱ ὁ­ποῖ­οι πέ­ρα­σαν μέ­σα στὰ συ­να­ξά­ρι­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Στὸ τέ­λος δὲ ἔ­χει συμ­πε­ρι­λά­βει καὶ εἰ­δι­κὴ ἀ­κο­λου­θί­α τὴν ὁ­ποί­α ἐ­ποί­η­σε ὁ ἀ­εί­μνη­στος ὑ­μνο­γρά­φος τῆς Με­γά­λης του Χρι­στοῦ Ἐκ­κλη­σί­ας μο­να­χὸς Γε­ρά­σι­μος Μι­κρα­γι­αν­να­νί­της. Ἡ ἀ­κο­λου­θί­α αὐ­τὴ τι­τλο­φο­ρεῖ­ται: “ἰ­κε­τή­ρι­ος καὶ εὐ­χα­ρι­στή­ρι­ο­ς” καὶ ἔ­γι­νε “εἰς ἀνάμνησιν τῶν ἐν ἔ­τει 1953 γε­νο­μέ­νων σει­σμῶν εἰς τὰς Ἰ­ο­νί­ους Νή­σους, Κε­φαλ­λη­νί­αν, Ζά­κυν­θον καὶ Ἰ­θά­κη­ν” καὶ ψάλ­λε­ται τὴν 11ην Αυγούστου.



Στὴν συ­νέ­χει­α τοῦ κει­μέ­νου αὐ­τοῦ θὰ ἤ­θε­λα νὰ ἀ­να­φερ­θῶ στοὺς σει­σμοὺς ποὺ μνη­μο­νεύ­ον­ται στὸ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸ Μη­νο­λό­γι­ο.



α) Δύ­ο σει­σμοὶ ἔ­γι­ναν τὴν 25η Σεπτεμβρίου: “ἀ­νά­μνη­σις τοῦ με­γά­λου σεισμοῦ, ἐν ἢ τε­λεῖ­ται ἡ ἐν τῷ ἀ­έ­ρι ἁρ­πα­γὴ τοῦ παι­δό­ς” καὶ τὴν 26η Ιανουαρίου: “μνή­μη τοῦ με­γά­λου σει­σμού”. Με­ρι­κοὶ ἰ­σχυ­ρί­ζον­ται ὅ­τι πρό­κει­ται γιὰ ἕ­ναν σει­σμό, ποὺ ἄρ­χι­σε τὴν 26η Σεπτεμβρίου καὶ τε­λεί­ω­σε τὴν 26η Ιανουαρίου, ἀλ­λὰ ὁ ἀ­εί­μνη­στος π. Ἰ­ω­άν­νης Ράμ­φος ἰ­σχυ­ρί­ζε­ται ὅτι πρό­κει­ται γιὰ δύ­ο σει­σμούς, ἀ­πὸ τοὺς ὁ­ποί­ους ὁ πρῶ­τος (25 Σεπτεμβρίου) συ­νε­χί­στη­κε γιὰ τέσ­σε­ρεις μῆ­νες καὶ ὁ δεύ­τε­ρος (26 Ἰανουαρί­ου) συ­νε­χί­στη­κε γιὰ τρεῖς μῆ­νες, ὅ­πο­τε ὑ­πῆρ­ξαν δύ­ο κύ­ρι­οι σεισμοὶ μὲ τὶς με­τα­σει­σμι­κὲς δο­νή­σεις τους. Ὁ πρῶ­τος ἔ­γι­νε στὴν ἀρ­χὴ τῆς βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­ο­δο­σί­ου τοῦ Β' (408-450) καὶ ὁ δεύ­τε­ρος στὸ τέ­λος τῆς βασι­λεί­ας του. Ὁ χρο­νο­γρά­φος Θε­ο­φά­νης δι­α­σώ­ζει τὴν πλη­ρο­φο­ρί­α ὅ­τι τό­σο φο­βή­θη­καν οἱ Βυ­ζαν­τι­νοὶ ἀ­πὸ τὸν σει­σμὸ τῆς 25ης Σεπτεμβρίου, ὥ­στε ἔ­φυ­γαν ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν πό­λη “καὶ ἤ­σαν δι­η­με­ρεύ­ον­τες σὺν τῷ ἐ­πι­σκό­πω ἐν ταῖς πρὸς Θε­ὸν δε­ή­σε­σι λι­τα­νεύ­ον­τε­ς”. Μά­λι­στα, κα­τὰ τὴν δι­άρ­κει­α τῆς λι­τα­νεί­ας “κυ­μαι­νο­μέ­νης τῆς γὴς καὶ παν­τός του λα­οῦ κρά­ζον­τος τὸ Κύριε, ἐ­λέ­η­σο­ν” ἕ­να μι­κρὸ παι­δὶ ἠρ­πά­γη στὸν ἀ­έ­ρα καὶ ἄ­κου­σε μί­α θε­ϊ­κὴ φω­νὴ ποὺ τοῦ ἔ­λε­γε νὰ ἀ­ναγ­γεί­λη στὸν ἐ­πί­σκο­πο καὶ τὸν λα­ὸ νὰ ψάλλουν τὸν ὕ­μνο “ἅ­γι­ος ὁ Θε­ός, ἅ­γι­ος ἰ­σχυ­ρός, ἅ­γι­ος ἀ­θά­να­τος, ἐ­λέ­η­σον ἠ­μᾶς, μη­δὲν ἕ­τε­ρον προ­στι­θέν­τα­ς”, ἐ­πει­δὴ με­ρι­κοὶ αἱ­ρε­τι­κοὶ “θεοπασχίται” προ­σέ­θε­ταν τὸ “σταυ­ρω­θεῖς Θε­ό­ς”. Ὁ ὕ­μνος αὐ­τός, χω­ρὶς τὴν προ­σθή­κη “σταυ­ρω­θεῖς Θε­ό­ς”, μὲ ἐν­το­λὴ τοῦ Πα­τρι­άρ­χου Προκλοὺ καὶ τῆς βα­σί­λισ­σας Πουλ­χε­ρί­ας θε­σπί­στη­κε νὰ ψάλ­λε­ται σὲ ὁ­λό­κλη­ρη τὴν τό­τε αὐ­το­κρα­το­ρί­α. Κα­τὰ τὴν δι­άρ­κει­α τοῦ σει­σμοῦ τῆς 26ης Ιανουαρίου γκρε­μί­στη­καν τὰ τεί­χη τῆς Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, πολ­λὰ τμή­μα­τα τῆς Πό­λε­ως καὶ πολ­λὲς οἰ­κί­ες, κα­θὼς ἐ­πί­σης “ὁ λι­μὴν τῶν Τρω­α­δι­σί­ων καὶ τὸ Χαλ­κοῦν Τε­τρά­πυ­λο­ν”.

Ἀλητεία καί ἀσέβεια Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου






Ἕνας ἀξιοσέβαστος Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σέ Συνεδρίαση τῆς Ἱεραρχίας, στήν ὁποία γινόταν συζήτηση γιά τά Κατηχητικά Σχολεῖα ὅπου πρέπει νά διαπαιδαγωγοῦμε τά παιδιά κατά Χριστόν καί μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα, ἀνέφερε ἕναν πολύ ἐνδιαφέροντα λόγο τοῦ ἀειμνήστου Καθηγητοῦ Παναγιώτου Τρεμπέλα, πού τούς ἔλεγε στό Φροντιστήριο Κατηχητῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης: «Καλύτερα τά παιδιά νά γίνουν ἀλῆτες παρά ἀσεβεῖς».



Προσπαθώντας νά ἐξηγήσω αὐτόν τόν πράγματι προκλητικό λόγο, μποροῦσα νά πῶ ὅτι μέ τήν λέξη ἀλήτης ἐννοεῖται ἐκεῖνος πού περιφέρεται ἀπό τόπο σέ τόπο, πού δέν ἔχει κατοικία καί δουλειά, κυρίως ὅμως ἐκεῖνος πού ἔχει μιά ἀγενῆ καί προκλητική συμπεριφορά, καί, κατά τήν ἐκκλησιαστική γλώσσα, αὐτός πού ζῆ ἔξω ἀπό τά ἐκκλησιαστικά περιβάλλοντα καί συμπεριφέρεται ἀπρεπῶς. Ἐπίσης, ἀσεβής χαρακτηρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού ἀσεβεῖ πρός τά θεῖα καί γενικότερα αὐτός πού ζῆ μέσα στήν Ἐκκλησία καί συμπεριφέρεται ἀνάρμοστα, μπορεῖ νά εἶναι Κληρικός καί μοναχός καί νά ὑβρίζη μέ τήν συμπεριφορά του τόν Θεό.



Ὁ ἀλήτης μπορεῖ νά μή γνώρισε κάτι ἀπό τόν Θεό, μπορεῖ νά μή τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ζήση ἀπό τά μικρά του χρόνια στήν Ἐκκλησία, νά μή βίωσε τήν ἀγάπη, ἀντίθετα μάλιστα μπορεῖ ἀπό τά μικρά του χρόνια νά ἔζησε σέ ἀθεϊστικά καί ἀντιεκκλησιαστικά περιβάλλοντα καί αὐτό ἀλλοίωσε τόν χαρακτῆρα του καί τήν συμπεριφορά του. Ὅμως, εἶναι δυνατόν κάποτε νά βρῆ ἕναν εἰλικρινῆ ἄνθρωπο τῆς Ἐκκλησίας, πού νά τοῦ δείξη τό ἀληθινό πρόσωπο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι δυνατόν νά ἀγγίξη ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν καρδιά του καί νά ἀλλάξη ἐντελῶς διαγωγή, νά στραφῆ ὁλοκληρωτικά στόν Θεό καί νά ζήση συγκλονιστικές ἀλλαγές στήν ζωή του. Ἔχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα πού ληστές, πόρνες, ἀναρχικοί, ἐγκληματίες μεταστράφησαν ὁλοκληρωτικά καί ἔγιναν ἄριστοι Χριστιανοί μέ ἁγιότητα βίου. Σέ αὐτή τήν περίπτωση ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. κα΄, 32).



Ὁ ἀσεβής, ὅμως, πού ζῆ ἀπό τά μικρά του χρόνια στήν Ἐκκλησία, πού ἔχει πωρωθῆ ἡ καρδιά του καί δέν καταλαβαίνει τίποτε ἀπό τόν εὐλογημένο χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, πού κοινωνεῖ τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ χωρίς καμμιά συνείδηση, ἀναξίως, πού ἐμπαίζει ὅλα τά ἅγια τῆς Ἐκκλησίας, πού δέν δέχεται τόν ἁγιοπνευματικό θεσμό της, πού διαστρέφει τούς λόγους τοῦ Χριστοῦ, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, πού λοιδορεῖ τούς Ἐπισκόπους καί ὅλο τόν Συνοδικό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός πράγματι εἶναι ἡ μεγάλη πληγή τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, ὅπως διδάσκει ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία, πολλοί αἱρετικοί, πλάνοι, ἀντίχριστοι, πλανεμένοι, σχισματικοί προῆλθαν μέσα ἀπό τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καί διατύπωσαν τίς πιό ἀπίθανες διδασκαλίες. Ἀκόμη καί διάφορα ἀντικανονική ἔργα τά ἐπενδύουν μέ λόγους ἁγιογραφικούς, πατερικούς καί ἐκκλησιαστικούς. Διαστρέφουν τά πάντα προκειμένου νά δικαιολογήσουν τά πάθη τους καί στήν πραγματικότητα ἐκφράζουν μιά «θεολογία τῶν παθῶν» τους.

Το πρόβλημα του αθεϊσμού (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ιερόθεος



Ὁ Μανώλης Γλέζος εἶναι ἕνας ἀγωνιστής τῆς Ἀριστερᾶς, πού εἶναι γνωστός γιά τό ὅτι κατέβασε τήν Γερμανική σημαία ἀπό τήν Ἀκρόπολη, συμμετεῖχε ἐνεργῶς στό κίνημα τῆς ἀντίστασης καί τούς ἀγωνιστές τῆς ἀριστερᾶς, πέρασε 11 χρόνια καί 5 μῆνες στήν φυλακή, 4 χρόνια καί 6 μῆνες στήν ἐξορία. Ὅλα αὐτά τά ἔκανε γιά τίς ἰδέες του, γιά τήν ἐλευθερία.  Ἐκτιμῶ τούς ἀνθρώπους πού ἀγωνίζονται μέ συνέπεια, μέ ἀνδρειοσύνη, μέ γενναιότητα γιά τίς ἀρχές τους, πού δέν συμβιβάζονται μέ τούς συμβιβασμούς. Καί ὅταν βλέπης γύρω σου ὀπορτουνιστές (εὐκαιριακούς), πού εἶναι ἕτοιμοι νά προδώσουν καί νά πουλήσουν τήν φιλία, τίς ἰδέες, τά ἰδανικά γιά τό προσωπικό τους συμφέρον, τότε τούς ἐκτιμᾶς ἀκόμη περισσότερο.  Σέ πρόσφατο φύλλο ἐφημερίδας (ΤΑ ΝΕΑ 9-10 Αὐγούστου 2014) δημοσιεύθηκε συνέντευξή του, ἡ ὁποία σέ πολλά σημεῖα εἶναι ἀποκαλυπτική τῆς προσωπικότητας καί τοῦ ἔργου τοῦ ἀνδρός. Οἱ ἐρωτήσεις τῆς δημοσιογράφου καί οἱ ἀπαντήσεις τοῦ Γλέζου ἀποκάλυπταν τήν ἀγωνιστικότητά του, παρά τά 92 χρόνια του, τήν ἐμμονή στίς ἰδέες του, ἀποκάλυπταν τήν ἀτμόσφαιρα τῆς ἐλευθερίας πού τόν διακρίνει.
Δύο ἀπό τίς ἐρωτήσεις ἀναφέρθηκαν στόν Θεό. Ἡ πρώτη ἐρώτηση ἦταν γιά τό «ποιά εἶναι ἡ ἀνώτερη δύναμη στό Σύμπαν». Ἡ ἀπάντηση ἦταν: «Νά πιστέψει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ὁ δημιουργός τῶν πάντων. Βέβαια, δέν μπορεῖ νά δημιουργήσει φυσικούς νόμους, μπορεῖ ὅμως νά τούς ἀξιοποιήσει καί νά τούς νικήσει, σέ κάποιες περιπτώσεις, ὅπως τήν ἕλξη τῆς Γῆς. Ἄρα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι γέννημα τῆς Γῆς, εἶναι γεωφυσικό φαινόμενο». Ἡ ἀπάντηση αὐτή, πέρα ἀπό τήν ἀνθρωποκεντρικότητα, ἀφήνει κενό στό πῶς δημιουργήθηκαν οἱ «φυσικοί νόμοι».

Ἡ δεύτερη ἐρώτηση ἦταν: «Ὑπῆρξε περίοδος πιό κοντά στήν πίστη στόν Θεό;». Ἡ δημοσιογράφος σημειώνει: «Κουνᾶ ἀρνητικά τό κεφάλι του μέ ἔμφαση». Καί στήν συνέχεια ὁ ἴδιος ἀπάντησε: «Σέβομαι ὅμως ἀπόλυτα τήν πίστη τοῦ λαοῦ μου».

Ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται τό πρόβλημα. Ἡ πίστη τῆς μεγάλης μερίδας τοῦ λαοῦ εἶναι συνδεδεμένη μέ μιά μαγική ἀντίληψη περί Θεοῦ καί τῆς παραδόσεως καί ἡ πίστη πολλῶν λεγομένων μορφωμένων ἀνθρώπων εἶναι δεϊστική, ἀγνωστικιστική, μυστικιστική, ἐπηρεασμένη ἀπό τήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία καί τόν δυτικό Διαφωτισμό. Ὁπότε, ἀπέναντι σέ μιά τέτοια «πίστη» φαίνεται προτιμότερη ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό κάθε δεισιδαιμονία καί μυστικισμό. Ἐπίσης, ἡ πίστη τῆς σχολαστικῆς θεολογίας μέ τήν μεταφυσική ὀντολογία της δημιούργησε ἀντιδράσεις στήν Δύση, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀναφυοῦν ἄλλα ρεύματα, ὅπως ἡ ἀναγέννηση καί ὁ διαφωτισμός, μέ τό δεϊστικό, ἀγνωστικιστικό καί ἀθεϊστικό περιεχόμενό του. Ἡ πίστη στήν λογική καί τόν ἄνθρωπο πού κηρύσσεται ἀπό τόν Διαφωτισμό, θεωρήθηκε πιό ἀληθινή ἀπό τήν μεταφυσική ὀντολογία καί τόν γερμανικό ἰδεαλισμό.

Χωρίς νά θέλω νά δικαιολογήσω κάποιον ἄθεο, θέλω νά πῶ ὅτι ἡ «δεισιδαιμονία» μερίδας τοῦ λαοῦ καί τό ἀδιέξοδο τῆς μεταφυσικῆς ὀντολογίας δημιούργησε τό κῦμα τῆς ἀθεΐας, μαζί μέ ἄλλα προσωπικά αἴτια. Ἡ ἄγνοια τοῦ ὀρθοδόξου Πατερικοῦ λόγου ἀποτελεῖ ἕνα πρόβλημα. Τελικά ὑπάρχει ἕνα βασικό ἐρώτημα: γιατί ὁ Διαφωτισμός μέ τήν ρατσιστική καί καπιταλιστική νοοτροπία του, μεταφέρθηκε στήν Ἑλλάδα μέ τούς ἀριστερούς πού εἶναι ἐναντίον τοῦ ρατσισμοῦ καί τοῦ καπιταλισμοῦ; Ἔχω κάποιες ἀπαντήσεις πού δέν μποροῦν νά δοθοῦν ἐδῶ, ἀλλά ὑπάρχει μέσα μου ἕνας μεγάλος καημός γιά τό ὅτι πολλοί γνωρίζουν τόν Χριστιανισμό ἀπό τόν δυτικό σχολαστικισμό, πού εἶναι παραχάραξη τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων, καί ὄχι ἀπό τήν Πατερική ἐμπειρική θεολογία.


(Πηγή: parembasis.gr)

Πρόσωπο καί ἄτομο Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου- DOGMA




Διαβάζοντας διάφορα σύγχρονα κείμενα πού γράφονται ἀπό θεολογοῦντες καί φιλοσοφοῦντες βλέπω νά γίνεται λόγος γιά τόν ἄνθρωπο ὅτι εἶναι πρόσωπο, ὁρίζεται ὡς προσωπικότητα, καί ὅτι τό πρόσωπο διαφέρει ἀπό τό ἄτομο καί ἡ προσωπικότητα διαφέρει ἀπό τήν ἀτομικότητα. Ὁρίζεται ὅτι πρόσωπο εἶναι αὐτός πού διακρίνεται γιά τήν ἀγάπη, τήν ἐλευθερία καί τήν αἰώνια μοναδικότητα τῆς ὕπαρξης, ἐνῶ ἄτομο εἶναι μιά βιολογική ἔννοια πού ἁπλῶς προσμετρᾶται.

Πρίν πολλά χρόνια πολλοί εἴχαμε ἐπηρεασθῆ ἀπό τέτοιες ἀναλύσεις καί χρησιμοποιούσαμε αὐτές τίς ἔννοιες, ὁριοθετώντας τήν διαφορά μεταξύ προσώ­που καί ἀτόμου. Ὅμως, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου κατάλαβα ὅτι αὐτές οἱ ἔννοιες προέρχονται κυρίως ἀπό τήν δυτική θεολογία, φιλοσοφία καί κοινωνιολογία, καί δέν ἔχουν οὐσιαστική σχέση μέ τήν πατερική θεολογία.

Αὐτό τό θέμα τό ἔχω θίξει σέ διάφορα πρόσφατα δημοσιευθέντα κείμενα, ἀλλά στό ἄρθρο αὐτό θά τονισθοῦν μέ ἁπλό καί σύντομο τρόπο μερικά σημεῖα γιά νά γίνουν κατανοητά.
1. Πρόσωπο, ὑπόσταση, ἄτομο

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. χρησιμοποίησαν τούς ὅρους πρόσωπο, ὑπόσταση, ἄτομο, οὐσία, φύση, ὥστε νά ἀντιμετωπίσουν τούς αἱρετικούς πού ἔκαναν χρήση τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας γιά νά κατανοήσουν τήν σχέση τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μέχρι τότε ἐπικρατοῦσε ἡ βιβλική ὁρολογία γιά Πατέρα, Υἱό καί Ἅγιον Πνεῦμα ὡς φῶτα. Ἔτσι, οἱ Πατέρες ὁμίλησαν γιά τρία Πρόσωπα, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἔχουν κοινή οὐσία-φύση καί ἰδιαίτερο τρόπο ὑπάρξεως, τό ἀγέννητο, τό γεννητό καί τό ἐκπορευτό. Αὐτή ἡ διάκριση καθιερώθηκε στήν ὀρθόδοξη θεολογία.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ταυτίζει τίς ἔννοιες ὑπόσταση, πρόσωπο, ἄτομο: «Χρή δέ γινώσκειν, ὡς οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπόστασιν καί πρόσωπον καί ἄτομον τό αὐτό ἐκάλεσαν». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ὑπόσταση, τό πρόσωπο καί τό ἄτομο δηλώνουν τό ἴδιο, καί εἶναι καθεαυτά ἰδιοσύστατα καί ἀποτελοῦνται ἀπό οὐσία καί τόν τρόπο ὑπάρξεως, ἤτοι τό ἀγέννητο, τό γεννητό καί τό ἐκπορευτό.



Ὅσοι κάνουν λόγο γιά πρόσωπο καί ἄτομο στόν ἄνθρωπο ἀποφεύγουν νά ἀναφέρονται στήν διδασκαλία τῶν Πατέρων γιά κάθαρση, φωτισμό καί θέωση, τήν ὁποία θεωροῦν ὡς νεοπλατωνισμό, καί στήν πράξη εἶναι ἀντιησυχαστές.

“Η άποψη που διατυπώνεται από μερικούς, ότι διασπάσθηκε η Εκκλησία και υπάρχουν πολλές Εκκλησίες, οι οποίες έχουν διαφορετικές αλήθειες, είναι κακόδοξη” (Μητροπ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)


Αγαπητοί μου αδελφοί,

Η εορτή των Χριστουγέννων είναι θεολογική εορτή, όπως και όλες οι εορτές της Εκκλησίας μας, και όχι κοσμική εορτή, οπότε πρέπει να την πανηγυρίζουμε θεολογικά. Όταν κάνουμε λόγο για θεολογία, δεν εννοούμε μια ξηρή δια­νοητική γνώση, αλλά την εμπειρία της Χάριτος του Θεού. Θεολογία είναι η γνώση του Θεού, που γίνεται με την μετάνοια, την προσευχή, τα Μυστήρια της Εκκλησίας, την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, την θέα του Θεού.

Η θεολογία της εορτής των Χριστουγέννων είναι ότι ο άσαρκος Λόγος σαρκούται, ο αναφής ψηλαφάται, ο Μεγά­λης Βουλής Άγγελος γίνεται άνθρωπος, η Παλαιά Διαθήκη ενώνεται με την Καινή Διαθήκη. Βέβαια, ο άσαρ­κος Λόγος, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος σαρκώθηκε την ημέρα του Ευαγγελισμού, αλλά την ημέρα των Χριστου­γέννων γεννήθηκε και έγινε γνωστή η εναν­θρώπησή Του στους αγγέλους και τους καθαρούς κατά την καρδία, ήτοι τους Ποιμένες και τους Μά­γους.

Οι Προφήτες και οι δίκαιοι στην Παλαιά Διαθήκη έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο, δηλαδή το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος χωρίς σάρκα, μέσα στο θείο Φως και γι’ αυτό έκαναν την διάκριση μεταξύ του ακτίστου Αγγέλου του Θεού και των κτιστών αγγέλων. Όλες οι εμφανίσεις του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη ήταν εμφανίσεις του ασάρκου Λόγου, και δια του Λόγου οι Προφήτες απο­κτούσαν γνώση του Τριαδικού Θεού, γι’ αυτό και ομιλούσαν για Θεό, Κύριο της δόξης, Πνεύμα Θεού.
Όμως, την ημέρα της Γεννήσεως του Χριστού φάνηκε σε όσους είχαν προετοιμασθή πνευματικά, ότι Αυτός ο άσαρκος Λόγος προσέλαβε σάρκα, έγινε άνθρωπος, όπως γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος: «Και ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν. και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιω. α”, 14). Γι’ αυτό την ημέρα της Γεννήσεως του Χριστού δοξολόγησαν την αγάπη του Θεού, πανηγύρισαν το μεγάλο αυτό μυστήριο της ενώσεως Θεού και ανθρώπου, θείας και ανθρωπίνης φύσεως. Η Γέννηση του Χριστού είναι «τό μόνον καινόν υπό τον ήλιον» από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος.

Ο Λόγος του Θεού προσέλαβε ανθρώπινο σώμα, χωρίς να παύση να είναι Θεός και ομίλησε, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, αναλήφθηκε στον ουρανό και έστειλε το Άγιον Πνεύμα δια του οποίου έκανε την Εκκλησία Σώμα Του. Έτσι, τώρα η Εκκλησία δεν είναι μόνο πνευ­ματική, αλλά το Σώμα του Χριστού, και ο Χρι­στός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας. Αυτό έχει βαθειές εκκλησιολογικές συνέπειες, τις οποίες πρέπει να γνωρίζουμε όλοι οι Χριστιανοί.

Η πρώτη εκκλησιολογική συνέπεια είναι ότι η σχέση και κοινωνία μας με τον Θεό δεν είναι αφηρημένη, ιδεολογική, συναισθηματική, αλλά ψυχοσωματική, αφού ολόκληρη η ύπαρξή μας, που αποτελείται από ψυχή και σώμα, ενώνεται με τον Χριστό. Μέ το Βάπτισμα και το Χρίσμα γινόμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού και με την θεία Κοινωνία τρώμε το Σώμα του Χριστού και πίνουμε το Αίμα Του. Ο  Ίδιος είπε: «Λάβετε φάγετε τούτό εστι το σώμά μου», «πίετε εξ αυτού πάντες  τούτο γάρ εστι το αίμά μου» (Ματθ. κστ” 27-28). Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνη, εάν ο Χριστός δεν γινόταν άνθρωπος. Έτσι, τώρα δεν προσευχόμαστε μόνον στον Θεό, αλλά μετέχουμε του Σώ­ματος και του Αίματός Του.

Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Χριστοῦ τοῦ Μητρ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου






Σαράντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν κατὰ σάρκα Γέννηση Του ὁ Χριστὸς προσφέρθηκε στὸν Ναό, σύμφωνα μὲ τὰ καθιερωμένα ἀπὸ τὸν νόμο. Καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖ στὸν Ναὸ Τοῦ ἔγινε ὑποδοχὴ ἀπὸ πνευματοκίνητους ἀνθρώπους, καὶ μάλιστα ἐπειδὴ ὁ Συμεὼν τὸν πῆρε στὴν ἀγκαλιά Του, γι᾿ αὐτὸ καὶ λέγεται Ὑπαπαντή. Ἡ λέξη προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα ὑπαντάω καὶ σημαίνει ἔρχομαι σὲ συνάντηση κάποιου.

Ἡ Ἐκκλησία καθόρισε ἡ μεγάλη αὐτὴ Δεσποτικοθεομητορικὴ ἑορτὴ νὰ ἑορτάζεται τὴν 2α Φεβρουαρίου, γιατί αὐτὴ ἡ ἡμέρα εἶναι ἡ τεσσαρακοστὴ ἀπὸ τὴν 25η Δεκεμβρίου, πού ἑορτάζεται ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ κατὰ σάρκα.

Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο διαιρεῖ τὸν ἐτήσιο χρόνο μὲ τοὺς σταθμοὺς τῆς θείας οἰκονομίας καὶ τὸν εὐλογεῖ. Ταυτόχρονα δίνει στὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα νὰ μυηθῆ στὸ μεγάλο μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Τὸ περιστατικὸ τῆς προσφορᾶς τοῦ Χριστοῦ στὸν Ναό, κατὰ τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα ἀπὸ τὴν Γέννησή Του περιγράφεται μόνον ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ (Λουκ. 6´ 22-39).

α´



Ὁ ἴδιος ὁ Θεός, δηλαδὴ ὁ ἄσαρκος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔδωσε τὴν ἐντολὴ τοῦ καθαρισμοῦ κατὰ τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα στὸν Μωϋσῇ καὶ εἶχε καθιερωθῆ γιὰ ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας. Καὶ μάλιστα ἡ ἐντολὴ αὐτὴ δόθηκε στὸν Μωϋσῇ πρὶν ἀκόμη γίνη ἡ ἔξοδος τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, δηλαδὴ πρὶν τὴν διάβασή τους ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα.

Ἡ σχετικὴ ἐντολὴ εἶναι ἡ ἑξῆς: «Εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωϋσῆν λέγων ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον πρωτογενὲς διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους, ἐμοὶ ἐστὶν» (Ἐξ. ιγ´ 1-2).

Αὐτὴ ἡ ἐντολὴ ἀναφερόταν καὶ στὰ πρωτότοκα ἀρσενικὰ τῶν ζώων, τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ ξεχωρίζωνται καὶ νὰ προσφέρωνται στὸν Θεό. Ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἦταν σαφής: «καὶ ἀφελεῖς πᾶν διανοῖγον μήτραν, τὰ ἀρσενικά, τῷ Κυρίω» (Ἐξ. ιγ´ 12).

Αὐτὴ ἡ ἀφιέρωση ἦταν σημεῖο ἀναγνωρίσεως τῆς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπόδειξη ὅτι ἀνήκουν σὲ Αὐτόν. Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ ἐντολὴ τῆς ἀφιερώσεως τοῦ πρωτοτόκου ἀρσενικοῦ παιδιοῦ δόθηκε στὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό, διὰ τοῦ Μωϋσέως, ἀμέσως μετὰ τὴν πάταξη τῶν πρωτοτόκων παιδιῶν τῶν Αἰγυπτίων, ὁπότε ὁ Φαραὼ ἀμέσως ἔδωσε τὴν ἄδεια τῆς ἐξόδου, καὶ βέβαια πρὶν ἀκόμη περάσουν τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ αἰτιολογία τῆς πράξεως αὐτῆς: «ἐν γὰρ χειρὶ κραταιᾷ ἐξήγαγε σὲ Κύριος ὁ Θεὸς ἐξ Αἰγύπτου» (Ἐξ. ιγ´ 9)

Η «ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ» ΕΙΝΑΙ «ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ» τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου




1. Ἐρώτηση: Σεβασμιώτατε, ἄν συμφωνεῖτε, θά θέλαμε νά ξεκινήσουμε ἀπό τήν ἐπικαιρότητα. Πολύς κόσμος ἀνησυχεῖ ὅτι ἐπίκειται ἕνωση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τούς Παπικούς χωρίς ὅρους καί προϋποθέσεις. Σᾶς παρακαλοῦμε, ξεκαθαρίστε μας πότε καί πῶς εἶναι δυνατή ἡ ἕνωση μέ τούς Δυτικούς; Ὑπάρχουν, ἰσχύουν καί στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας οἱ «κόκκινες γραμμές», πού ἄν παραβιασθοῦν, τότε ὁμιλοῦμε γιά προδοσία τῆς πίστεως;

Ἀπάντηση: Πάντοτε προσευχόμαστε στήν Ἐκκλησία γιά τήν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἰδίως γιά τήν «ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Μάλιστα στήν θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, παρακαλοῦμε τόν Θεό ἀμέσως μετά τήν μεταβολή τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ: «τούς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε, τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικῇ καί ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ», δηλαδή προσευχόμαστε νά ἐπιστρέψουν οἱ πεπλανημένοι στήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι δυνατόν νά προσευχόμαστε μέ αὐτά τά λόγια στήν θεία Λειτουργία καί στήν πράξη νά ἐπιδιώκουμε τήν ἕνωση χωρίς ὅρους καί προϋποθέσεις, χωρίς νά ἀντιμετωπισθοῦν τά δογματικά θέματα. Τό lex orandi συνδέεται στενά μέ τό lex credendi.

Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ  Ἔσσεξ μοῦ ἔλεγε ὅτι ὅποιος κάνει λόγο γιά «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν» χωρίς νά τηροῦνται οἱ βασικές ὀρθόδοξες καί ἐκκλησιολογικές προϋποθέσεις, δηλαδή ἡ τήρηση τῶν δογμάτων, αὐτός δέν γνωρίζει οὔτε τό ὕψος τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, πού εἶναι ἡ θέωση, οὔτε τό βάθος στό ὁποῖο ἔφθασαν ὁ Παπισμός καί οἱ Προτεστάντες μέ τήν ἀπομάκρυνσή τους ἀπό τήν θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, ἀπό τήν Ἀποκάλυψη αὐτοῦ τοῦ Ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀσάρκου καί σεσαρκωμένου Λόγου.

Ἔτσι, ἄν δέν ἀντιμετωπισθῆ θεολογικά ἡ αἵρεση τοῦ actus purus, δηλαδή ἡ αἱρετική ἄποψη ὅτι στόν Θεό ταυτίζεται ἡ ἄκτιστη οὐσία μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργεια, ὁπότε ὁ Θεός ἔρχεται σέ ἐπικοινωνία μέ τήν κτίση καί τόν ἄνθρωπο μέ κτιστές ἐνέργειες, δέν μπορεῖ νά γίνη λόγος γιά τήν λεγομένη «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν». Ἀπό τήν αἵρεση αὐτή προέρχονται ὅλες οἱ ἄλλες αἱρέσεις, μεταξύ τῶν ὁποίων τό filioque, τό ἀλάθητο καί τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα κ.ἄ.

 

2. Ἐρώτηση: Ἀπό τήν ἐπικαιρότητα καί ἡ δεύτερη ἐρώτηση: Εἶναι ἀλήθεια ὅτι μέ τό ἀντιρατσιστικό νομοσχέδιο πού ἔχει ψηφισθεῖ δέν μποροῦν οἱ κήρυκες τῆς Ἐκκλησίας νά στηλιτεύουν ἁμαρτήματα, ὅπως εἶναι ἡ ὁμοφυλοφιλία, καί νά ἐπισημαίνουν ὅτι θρησκεύματα, ὅπως ὁ ἰσλαμισμός, δέν εἶναι ὁδός σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων; Θά παύσει ἡ Ἐκκλησία νά παρουσιάζει τήν αἰώνια ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν Πατέρων;

Η εκκοσμίκευση στην θεολογία (Μητροπολίτης Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου Ιερόθεος)



Ὁ ὅρος «ἐκκοσμίκευση» χρησιμοποιεῖται, ἰδιαιτέρως τόν τελευταῖο καιρό, πολύ συχνά, ἀλλά ὁ κάθε ἕνας χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο αὐτό, γιά νά κατηγορήσει κάποια θεολογική ἔκφραση, ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀπό κάποιον ἄλλον, μέ τόν ὅποιον διαφωνεῖ. Στήν οὐσία, χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο αὐτό, γιά νά ἐξάρει τήν δική του θεολογία, τήν ὁποία συνήθως θεωρεῖ ὡς αὐθεντική. Βεβαίως, ὁ ὅρος «ἐκκοσμίκευση», γιά τήν θεολογία, χρησιμοποιεῖται γιά νά χαρακτηρίσει τήν δυτική θεολογία (σχολαστική καί προτεσταντική), ἡ ὁποία ἀποδεσμεύτηκε ἀπό τήν νηπτική – ἡσυχαστική παράδοση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μέ ἀποτέλεσμα νά ταυτισθεῖ εἴτε μέ τόν στοχασμό – λογοκρατία εἴτε μέ τόν ἠθικισμό – ἠθικοκρατία.

Αὐτό, κατ’ ἐπέκταση, σημαίνει ὅτι, ὅταν μερικοί Ὀρθόδοξοι θεολόγοι προσπαθοῦν νά θεολογοῦν μέ τίς προϋποθέσεις καί τά δεδομένα τῆς δυτικῆς θεολογίας, καί στήν πραγματικότητα ἀποδεσμεύονται ἀπό τήν ἡσυχαστική παράδοση, ποὺ εἶναι ὁ ὀρθόδοξος τρόπος τοῦ θεολογεῖν, τότε ζοῦν τήν ἐκκοσμίκευση σέ ὅλο το βάθος της.

Ἑπομένως, οἱ θεολόγοι μέ δυτικές ἐπιρροές καί ἐπιδράσεις ἐκφράζουν τήν ἐκκοσμικευμένη θεολογία. Ἐπανειλημμένως ἔχω ὑπογραμμίσει ὅτι ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας – ὅπως τήν ἐξέφρασαν ὅλοι σχεδόν οἱ θεούμενοι ἅγιοι Πατέρες (ἰδιαιτέρως ἐδῶ ἔχω ὑπ’ ὄψη μου τόν ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ἅγιο Μάρκο τόν Εὐγενικό, τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, μέχρι τούς ἡσυχαστές Πατέρες τῆς ἐποχῆς μας), ποὺ εἶναι οἱ ἀπλανεῖς διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, κάνει λόγο γιά τίς βαθμίδες τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση. Γι’ αὐτό τόν λόγο εἶχε δίκαιο ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, βαθύς γνώστης τῆς Πατερικῆς θεολογίας, ποὺ ἐπέμενε πολύ στόν τονισμό τῶν βαθμίδων τῆς πνευματικῆς τελειότητας, οἱ ὁποῖες στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ προοδευτική μέθεξη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἄλλοτε ὡς καθαρτική, ἄλλοτε ὡς φωτιστική καί ἄλλοτε ὡς θεοποιός.

Γιά νά δείξω, τί εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ποιός εἶναι ὁ Ὀρθόδοξος θεολόγος καί, τελικά, τί εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση τῆς θεολογίας, θά θίξω στήν συνέχεια τά βασικά σημεῖα ἑνός σημαντικοῦ καί πολύ καθοριστικοῦ βιβλίου τόσο γιά τήν ὀρθόδοξη θεολογία, ὅσο καί γιά τό γενικότερο ἦθος καί τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται γιά τό βιβλίο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ποὺ ἐπιγράφεται: «Εἰς τόν βίον Μωϋσέως». Σέ μιά ἐποχή, στήν ὁποία ἐπικρατεῖ μεγάλη θεολογική σύγχυση, βιβλία σάν καί αὐτό εἶναι καθοριστικά καί πολύτιμα, γιατί νοηματοδοτοῦν τήν ὕπαρξή μας καί προσανατολίζουν τήν ἐκκλησιαστική μας πορεία.

ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΣ

Σέ κάποιο σημεῖο τοῦ κειμένου του, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἀναφερόμενος στήν Θεοφάνια ποὺ εἶχε ὁ Μωυσῆς στήν βάτο, κάνει λόγο γιά τήν ἀλήθεια καί τό ψεῦδος. Αὐτό εἶναι σημαντικό καί θίγεται ἐδῶ, γιατί θά μᾶς βοηθήσει νά δοῦμε στήν συνέχεια, τί εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί πῶς ξεχωρίζεται ἀπό τήν πλάνη.

Κυριακή Ι’ Ματθαίου: Η χαρά και ο πόνος (Σεβ. Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος)



(Ματθ. ιζ’ 14-23)

Το θαύμα της θεραπείας του σεληνιαζομένου νέου που ακούσαμε σήμερα, συνέβη μετά την κάθοδο του Χριστού από το όρος Θαβώρ, όπου μεταμορφώθηκε και έδειξε την δόξα της Θεότητάς Του στους τρεις Μαθητές που παρευρέθηκαν στο θαυμαστό αυτό γεγονός. Αυτό δείχνει την ιδιαίτερη σημασία του γεγονότος την οποία θα δούμε με το μικρό σχολιασμό που θα ακολουθήση.

Στο όρος Θαβώρ οι Μαθητές αξιώθηκαν να δουν την δόξα της θεότητος του Χριστού, άκουσαν την φωνή του Πατρός και είδαν την φωτεινή νεφέλη που τους επισκίασε. Πρόκειται για την δόξα της Αγίας Τριάδος, και ήταν η φανέρωση της Βασιλείας του Θεού. Διότι για μας τους Ορθοδόξους η Βασιλεία του Θεού δεν είναι μια κτιστή πραγματικότητα, αλλά η θέα και η μέθεξη της δόξης του Θεού. Συγχρόνως οι Μαθητές είδαν τους δύο Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, τον Μωϋσή και τον Ηλία να συνομιλούν με τον Χριστό. Τόσο πολύ ευφράνθησαν, ώστε σε κάποια στιγμή ο Απόστολος Πέτρος εξέφρασε την επιθυμία να παραμείνουν μονίμως εκεί, και να στήσουν τρεις σκηνές, για τον Χριστό και τους δύο Προφήτες, και αυτοί να παραμένουν εκεί για να βλέπουν την δόξα Του. Όλη αυτή η εικόνα, αλλά και η επιθυμία των Μαθητών, δείχνει τι θα είναι ο Παράδεισος, πως θα ζουν όσοι αξιωθούν να εισέλθουν στον Παράδεισο. Πρόκειται για μια διαρκή θεία Λειτουργία, μια συνεχή θέα της δόξης του Τριαδικού Θεού.

Οι Μαθητές, μετά από αυτή την εμπειρική βίωση της Βασιλείας του Θεού, κατέρχονται από το όρος Θαβώρ και έρχονται αντιμέτωποι με μια φοβερή κατάσταση. Συναντούν έναν δαιμονισμένο νέο που βασανίζεται από τον διάβολο, έναν πατέρα να υποφέρη, να βασανίζεται και να ζητά βοήθεια και συμπαράσταση, μια γενιά που είναι άπιστη και διεστραμμένη και τους Μαθητές Του που απορούσαν γιατί δεν είχαν την δύναμη να ελευθερώσουν τον νέο αυτόν από το δαιμόνιο.

† Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης (Μητροπολίτης Ναυπάκτου & αγ. Βλασίου Ιερόθεος)



Καταληκτήριος ὁμιλία (ἀπομαγνητοφωνημένη) στήν Ἡμερίδα γιά τήν δεκαετία ἀπό τήν κοίμηση τοῦ π. Θεοκλήτου. (Ναύπακτος, Φεβρουάριος 2016).



Ἡ σημερινή ἐκδήλωση ἦταν πραγματικά ἕνα ἀφιέρωμα μνήμης στόν ἀείμνηστο π. Θεόκλητο Διονυσιάτη, τόν ὁποῖο ἀγαπούσαμε πάρα πολύ καί τόν σεβόμασταν.

Ὅταν ἦμουν φοιτητής στό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, τήν περίοδο 1964 – 1968, πήγαινα συχνά στό Ἅγιον Ὄρος καί στήν Μονή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου. Τότε δέν ὑπῆρχε ἀκόμη αὐτό τό ρεῦμα πού παρατηρήθηκε ἀργότερα νά πηγαίνουν νά μονάσουν πολλοί νέοι στό Ἅγιον Ὄρος. Ὅπως εἶπε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, περίπου τά μισά Μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἦταν ἰδιόρρυθμα, καί τά κοινόβια δέν εἶχαν πολλούς μοναχούς. Ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἦταν Κοινοβιακή καί ἦταν ἀπό τά καλύτερα Μοναστήρια.

Πηγαίναμε στήν Μονή καί συναντούσαμε τόν Ἡγούμενο π. Γαβριήλ, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε πτυχίο Θεολογικῆς Σχολῆς, ἀλλά ἦταν ἔξυπνος, εἶχε πνευματική πείρα, ἦταν σοφός, διακριτικός καί γεμάτος ἀγάπη. Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης ἦταν δυναμικός, θεολογικά κατηρτισμένος καί χειμαρρώδης στόν λόγο. Πηγαίναμε, λοιπόν, πολλοί φοιτητές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς στό Μοναστήρι αὐτό, ἐξομολογούμασταν στόν π. Γαβριήλ Διονυσιάτη καί συζητούσαμε μέ τόν π. Θεόκλητο καί ἔτσι λύναμε ὅλα τά θέματα καί τά προβλήματα πού εἴχαμε ὡς φοιτητές.

Ἦταν ἕνας, πράγματι, καταπληκτικός συνδυασμός. Τό Ἅγιον Ὄρος μέ τήν διαχρονική του παράδοση, ὁ π. Γαβριήλ μέ τήν μεγάλη πνευματική του ἐμπειρία καί τήν σοφή του διακριτική ἀγάπη, καί ὁ π. Θεόκλητος μέ τόν χειμαρρώδη ἐκρηκτικό θεολογικό του λόγο. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ἱκανοποιοῦνταν ὅλα τά ἐνδιαφέροντά μας.

Ο θάνατος των νηπίων (Μητροπολίτης Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)


theologia
Το θέμα αυτό, όπως το ανέπτυξε ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης και όπως θα το παρουσιάσουμε στην συνέχεια, έχει σχέση με όσα λέγονται στο κεφάλαιο αυτό για τον θάνατο και τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, γιατί, αφ’ ενός μεν θα συγκεφαλαιώση τις βασικές θέσεις της διδασκαλίας των Πατέρων για τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, που αναφέραμε προ ολίγου, αφ’ ετέρου δε θα τονισθούν μερικές άλλες ενδιαφέρουσες πλευρές που μας απασχολούν.
Η μικρή πραγματεία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης με τίτλο «περί των νηπίων προ ώρας αφαρπαζομένων», δηλαδή για τα νήπια τα οποία αρπάζονται πρόωρα από την ζωή πριν γευθούν την ζωή, για την οποία γεννήθηκαν, προοριζόταν για τον Κυβερνήτη της Καππαδοκίας Ιέριο, ο οποίος έθεσε το ερώτημα «τί χρή γινώσκειν περί των προ ώρας αφαρπαζομένων, εφ’ ων μικρού δειν ή γένεσις τω θανάτω συνάπτεται».
Ο Ιέριος ρωτούσε τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης τι πρέπει να γνωρίζουμε για όσους φεύγουν πολύ νωρίς από την ζωή, στους οποίους συνάπτεται ο θάνατος με την γέννηση τους.
Αρχίζοντας ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης την διαπραγμάτευση αυτού του θέματος, βρίσκει την ευκαιρία να επαινέσει με ωραίους λόγους τον άρχοντα, που τον αποκαλεί «άριστο» και «τίμια κεφαλή». Πέραν από του να είναι εκφράσεις ευγενείας και προσηγορίας, φαίνεται από την εισαγωγή του έργου ότι ο Κυβερνήτης της Καππαδοκίας είχε πολλά προσόντα και χαρίσματα αφού διακρινόταν για την αδιαφορία του προς την υλική περιουσία, αλλά και για το ενδιαφέρον του για τις ψυχές των ανθρώπων, που τις είχε στο θησαυροφυλάκιο της αγάπης. Δηλαδή, και αγαπούσε τον λαό, αλλά και δεν διακρινόταν για ιδιοτέλεια.
Επίσης, από την εισαγωγή του κειμένου φαίνεται ότι τον καιρό εκείνο που συνέγραψε την πραγματεία αυτή ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης βρισκόταν σε προχωρημένη ηλικία. Παρομοιάζει τον εαυτό του σαν το γέρικο άλογο, που μένει έξω από το στάδιο των αγωνισμάτων. Όμως δηλώνει ότι θα εντείνει την προσοχή του για να ανταποκριθεί στην παράκληση του Κυβερνήτου.
Ο Ιέριος μαζί με όλα τα άλλα χαρίσματά του είχε και το χάρισμα να ζητά να πληροφορηθεί για τα έργα της θείας οικονομίας και ρωτούσε, γιατί του ενός παρατείνεται η ζωή μέχρι τα γηρατειά και του άλλου τελειώνει μόλις εισέρχεται στην ζωή.
Το πρόβλημα στην πραγματικότητα είναι υπαρξιακό. Ο άγιος Γρηγόριος το θέτει πάρα πολύ ωραία. Ο άνθρωπος με την γέννησή του ήλθε στην ζωή, ανέπνευσε τον αέρα, συνδέθηκε με το κλάμα, οι θρήνοι αποτέλεσαν την αρχή της ζωής του, και πριν ακόμη στερεωθούν οι αρθρώσεις, τρυφερός καθώς είναι, πεθαίνει είτε γιατί τον άφησαν έκθετο ως βρέφος, είτε γιατί πνίγεται, είτε γιατί έπαυσε απότομα να ζει από κάποια ασθένεια. Μαζί με αυτό το γεγονός τίθεται και το ερώτημα αν η ψυχή του νηπίου θα κριθή από τον Κριτή όπως οι άλλοι άνθρωποι, αν θα λάβει ανταμοιβή, δροσιζομένη με την δρόσο της ευλογίας ή αν θα κατακαεί με το καθάρσιο πυρ. Και αυτός ο προβληματισμός προκύπτει επειδή το νήπιο δεν έκανε τίποτε στην ζωή του, ούτε κακό ούτε καλό. Γιατί όπου δεν υπάρχει δόση, δεν υπάρχει και αντίδοση.
Επομένως, επειδή στα νήπια δεν υπάρχει πράξη και προαίρεση γι’ αυτό δεν υπάρχει λόγος να κερδίσουν αυτό που ελπίζουμε. Αν παρά ταύτα το νήπιο εισέλθει στην Βασιλεία του Θεού τότε βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση από εκείνους που έζησαν και πόνεσαν στην ζωή τους.
Με ένα τέτοιο σκεπτικό είναι καλύτερα κανείς να μη ζει πολύ.

Κυριακή ΙΑ’ Ματθαίου: Οι συνέπειες των οφειλών (Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος)


Το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα αναφέρεται στον οφειλέτη των μυρίων ταλάντων, ο οποίος δεν μπορούσε να επιστρέψη το χρέος του και ο κύριός του διέταξε να πωλήσουν τον ίδιο, την γυναίκα του, τα παιδιά του, τα υπάρχοντά του για να εξοφληθή το ποσόν της οφειλής. Όμως, εκείνος ζήτησε συγγνώμη, η οποία του δόθηκε. Ενώ, όμως, εξοφλήθηκε το χρέος του με την μετάνοια, εν τούτοις ο ίδιος ήταν σκληρός στον σύνδουλό του, δεν τον συγχώρησε, παρ’ ό,τι του το ζήτησε, και τον έβαλε στην φυλακή. Αυτό το γεγονός μαθεύτηκε, οπότε ο κύριός του, ο οποίος προηγουμένως τον είχε συγχωρέσει, επανήλθε και τον παρέδωσε στους βασανιστές.

Η παραβολή αυτή αναφέρεται στην Βασιλεία του Θεού, στην οποία θα εισέλθουν εκείνοι που μετανοούν και ζητούν συγχώρηση από τον Θεό, αλλά στην συνέχεια και αυτοί συγχωρούν όλους εκείνους που τους έβλαψαν.

Η εικόνα της παραβολής προέρχεται από την κατάσταση της εποχής εκείνης, ήτοι τα δάνεια, τις οφειλές και τις εξοφλήσεις δανείων. Όταν δεν μπορούσε να εξοφληθή το δάνειο, τότε παραδινόταν ο οφειλέτης στους βασανιστές, πωλείτο ο ίδιος, η γυναίκα, τα παιδιά, γινόταν κατάσχεση της ατομικής περιουσίας, έμπαινε στην φυλακή. Την εποχή εκείνη τα πράγματα ήταν δύσκολα, αφού επικρατούσε και κυριαρχούσε ο θεσμός της δουλείας και επικρατούσε ο σκληρός νόμος και οι σχετικές συμπεριφορές ήταν απάνθρωπες. Αλλά και σήμερα επικρατούν παρόμοιες συνθήκες, απλώς τα πράγματα γίνονται πιο πολιτισμένα και τελικά οι άνθρωποι υποφέρουν.

Κατ’ αρχάς και σήμερα οι άνθρωποι δανείζονται από τις τράπεζες, δυστυχώς και από τους τοκογλύφους, αλλά και τα κράτη λαμβάνουν δάνεια από τις λεγόμενες αγορές. Υπάρχει μεγάλη οικονομική αλληλεξάρτηση με αποτέλεσμα να καταστρατηγήται η ελευθερία. Βέβαια, μερικές φορές ο δανεισμός είναι αναγκαίος, αλλά δεν δικαιολογείται το να λαμβάνωνται δάνεια χωρίς ουσιαστικό και πραγματικό λόγο. Τον τελευταίο καιρό επικρατούσε μια μόδα δανεισμού. Από το παραμικρό οι άνθρωποι έπαιζαν στο χρηματιστήριο, λάμβαναν καταναλωτικά δάνεια. Στην βάση του θέματος αυτού υπήρχε η ευμάρεια, η απερισκεψία, αλλά και η πρόκληση, από την άποψη ότι οι ίδιοι οι δανειστές προκαλούσαν και προέτρεπαν τους ανθρώπους να λαμβάνουν άσκοπα δάνεια. Έτσι, παρατηρήθηκε μια φρενίτιδα, των μεν ανθρώπων να δανείζωνται εύκολα, των δε δανειστών να διευκολύνουν τον δανεισμό και να τον επιδιώκουν.

Αν εξετάσουμε το θέμα αυτό από θεολογικής και εκκλησιαστικής πλευράς, τότε μπορούμε να πούμε ότι στην κοινωνία μας κυριαρχούν τα πάθη της φιληδονίας και της φιλαργυρίας, επιδιώκεται μια ευμάρεια και υπερκατανάλωση με δανεικά. Από την άλλη μεριά επιδιώκεται ο δανεισμός ως προσπάθεια υποδούλωσης των ανθρώπων και των λαών. Η «θρησκεία της φιλαργυρίας» που επικρατεί σήμερα στον κόσμο έχει ως αρχή να είναι όλοι –άνθρωποι και Κράτη– χρεωμένοι, ώστε εύκολα να εξουσιάζωνται, να γίνωνται δούλοι.

Οι συνέπειες της καταστάσεως αυτής είναι φοβερές. Όσοι χρωστούν ζουν κάτω από τον φόβο και την αγωνία των μελλόντων, περιπίπτουν σε απόγνωση και μελαγχολία, χάνουν τον ύπνο τους, εισέρχονται σε φυλακές, δημιουργούν προβλήματα στις οικογένειές τους. Ειδικά τα Κράτη χάνουν την ανεξαρτησία τους, πολλές φορές χάνουν την εδαφική ακεραιότητά τους, υποτάσσονται σε εξωτερικές πιέσεις, γενικά βρίσκονται σε κατάσταση δουλείας. Λέμε ότι καταργήθηκε η δουλεία, όπως υπήρχε παλαιότερα, αλλά όμως επανήλθε με άλλη μορφή και άλλον τρόπο.

Όταν εξετάση κανείς την νοοτροπία των διαφόρων Χριστιανικών Ομολογιών που αναπτύχθηκαν στον δυτικό χώρο, θα διαπιστώση ότι η νοοτροπία της φιλαργυρίας και του νεοπλουτισμού διακρίνει τον δυτικό Χριστιανισμό, με τον θεολογικό σχολαστικισμό και τον προτεσταντικό ηθικισμό. Ο σχολαστικισμός των Παπικών κάνει λόγο για την ευδαιμονία σε αυτήν και την άλλη ζωή, και ο ηθικισμός των Προτεσταντών δεν αρνείται τον πλούτο, αρκεί να είναι νόμιμη η κτήση του, δηλαδή ταυτίζει το νόμιμο με το ηθικό. Αντίθετα, η Ορθόδοξη ηθική που είναι στην βάση της ασκητική, προσδιορίζεται από την φιλοθεΐα και την φιλανθρωπία, απεξαρτητοποιεί τον άνθρωπο από την ύλη, θεραπεύει τα πάθη της φιλοδοξίας, της φιλαργυρίας και της φιληδονίας.

Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί αρκούνται σε αυτά που έχουν, αποφεύγουν τον δανεισμό, ζουν ασκητικά, απομακρύνονται από την χλιδή και την πολυτέλεια, και, βεβαίως, ευεργετούν από τα υπάρχοντά τους εκείνους που έχουν ανάγκη. Όταν διαβάση κανείς την Επί του Όρους ομιλία του Χριστού, που αποτελεί τον καταστατικό χάρτη του Χριστιανισμού, βλέπει το ασκητικό αυτό ήθος που διδάσκεται από τον Χριστό, το οποίο μας δίνει την ελευθερία και κυρίως μας οδηγεί στην βίωση της αγάπης του Θεού, της Βασιλείας του Θεού.

Ας μάθουμε να είμαστε ελεύθεροι, ανεξάρτητοι από οικονομικές πιέσεις.



(Πηγή: «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΙΣ», τ. 192, Ιούλιος 2012)

Τα αρχαία Ελληνικά στην Ευρώπη (Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)



Πρόσφατα, στήν Ἐφημερίδα «Ἑστία» (24-5-2017) δημοσιεύθηκε ἄρθρο μέ τίτλο «Στήν Γαλλία ἐπενδύουν στά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά». Στό ἄρθρο αὐτό ἐπισημαίνεται τό ἐνδιαφέρον τῶν Εὐρωπαίων γιά τά ‘Aρχαῖα Ἑλληνικά ὡς παράγοντα πολιτισμοῦ.

Ἀφορμή γιά νά γραφῆ τό ἄρθρο εἶναι ὅτι ὁ νέος Ὑπουργός Παιδείας στήν Γαλλία, ὕστερα ἀπό τίς πρόσφατες ἐκλογές, Ζάν-Μισέλ Μπλανκέ ἐξέφρασε τήν πρόθεσή του νά ἐπαναφέρη τίς «δίγλωσσες τάξεις» καί κυρίως «νά ἀξιοποιηθοῦν περισσότερο τά Λατινικά καί τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά, ἀπό τά ὁποῖα κατάγεται ὁ πολιτισμός μας», ὅπως εἶπε χαρακτηριστικά. Καί συνέχισε: «Πρέπει νά σταματήσουμε νά πιστεύουμε ὅτι αὐτές οἱ σπουδές βαθαίνουν τίς κοινωνικές διαφορές. Εἶναι ἐργαλεῖα προωθήσεως γιά ὅλους». Εἶναι δέ χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Ὑπουργός Παιδείας εἶναι πρώην Πρύτανις καί πρώην διευθυντής τῆς μεγαλύτερης Σχολῆς ἐμπορίου στόν κόσμο, τῆς ESSEC, ἔχει δέ ἀσχοληθῆ μέ ἐκπαιδευτικά ζητήματα.

Βέβαια, ὅπως γράφεται στό ἄρθρο αὐτό, τό γεγονός δέν εἶναι μεμονωμένο στήν Εὐρώπη, ἀφοῦ παρατηρεῖται μιά τάση γιά τήν προώθηση τῆς διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ὡς παράγοντα παιδείας καί πολιτισμοῦ. Γιά παράδειγμα, τόν προηγούμενο Φεβρουάριο τρεῖς Γάλλοι διανοούμενοι (Ἐκδότης, Καθηγητής Κλασσικῆς Φιλολογίας καί Καθηγήτρια Ἀγγλικῆς) πρότειναν νά υἱοθετηθῆ ἡ Ἑλληνική γλώσσα ὡς ἐπίσημη γλώσσα τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, «ὡς συμβολική ἀπάντηση στήν κρίση πού βιώνει τό εὐρωπαϊκό οἰκοδόμημα». Αὐτό τό αἴτημα αἰτιολογεῖται μέ τό σκεπτικό ὅτι ἡ Ἑλληνική γλώσσα «εἶναι μία γλώσσα, οἱ λέξεις τῆς ὁποίας ἀπηχοῦν σημασιολογικά, συναισθηματικά καί μοναδικά βαθειά νοήματα, τοὐτέστιν τήν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων, ἡ ὁποία ἐπιβίωσε καί δέν λησμονήθηκε στήν πορεία».

Ἐπίσης, ὑπενθυμίζεται ὅτι στήν Ρωσσία, μέ ἀπόφαση τῆς Ὑπουργοῦ Παιδείας Ὄλγας Βασίλιεβα, ἡ Ἑλληνική γλώσσα πρέπει νά διδάσκεται ὡς ξένη γλώσσα σέ ὅλη τήν Ἐπικράτεια τῆς Ρωσσικῆς ὁμοσπονδίας καί ἤδη ἀπό τήν 1η Ἰανουαρίου 2017 αὐτή ἡ ἀπόφαση τέθηκε σέ ἰσχύ καί ἐφαρμόζεται στήν Ε’ καί Στ’ Δημοτικοῦ, ὅπως καί στίς τρεῖς τάξεις τοῦ Γυμνασίου.

Πρέπει νά ληφθῆ ὑπ’ ὄψη ὅτι σέ ὅλες τίς Εὐρωπαϊκές Χῶρες ἱδρύονται ἕδρες στά Πανεπιστήμια τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας μέ ἱκανό ἀριθμό φοιτητῶν.

Εἶναι γεγονός ὅτι μέ τήν Ἑλληνική γλώσσα ἀνοίγεται ἕνα μεγάλο παράθυρο στό παρελθόν, στήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία, τίς ἀρχαῖες τραγωδίες, ἀλλά καί στήν Χριστιανική Ἑλληνική γραμματεία, ὅπου συναντᾶ κανείς ἀμύθητο θησαυρό. Ἄν σκεφθῆ κανείς ὅτι, δυστυχῶς, κατά τίς μεταφράσεις τῶν κειμένων ἀπό τήν Ἑλληνική γλώσσα σέ ἄλλες γλῶσσες γίνονται ἀκούσια ἤ ἑκούσια μεταφραστικά λάθη, πού ἀλλοιώνουν τό νόημα τῶν κειμένων, τότε καταλαβαίνει ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο γιά κάθε ἐπιστήμονα νά διαβάζη τά κείμενα στήν πρωτότυπη Ἑλληνική γλώσσα.

Αὐτή ἡ γλωσσική ἐπανάσταση γίνεται στήν Εὐρώπη καί ἐμεῖς στήν Ἑλλάδα κάνουμε ἐπανάσταση γιά νά περιθωριοποιήσουμε τήν ἀρχαία Ἑλληνική γλώσσα. Αὐτό συνιστᾶ κατεδάφιση τοῦ πολιτισμοῦ μας, ἀλλά εἶναι καί ἔκφραση τῆς νοοτροπίας μας.

(Πηγή: “Εκκλησιαστική Παρέμβαση“)