Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Τα Άγια Θεοφάνεια


vaptisisἙορτή μεγάλη σήμερα, ἀγαπητοί μου, γιά ὅλους τους ὀρθοδόξους λαούς. Ἰδιαιτέρως τήν ἑορτάζει ἤ Ἑλλάς, χώρα ναυτική. Οἱ ναυτικοί μας, ὅπου καί νά πλέουν, εἴτε στόν Ἀτλαντικό εἴτε στόν Εἰρηνικό ὠκεανό, τήν τιμοῦν χαρμοσύνως. Σήμερα ἁγιάζονται τά νερά καί οἱ θάλασσες μέ τόν Τίμιο Σταυρό. Ἡ ἑορτή τῶν Φώτων εἶναι τό τέλος μίας ἐκκλησιαστικῆς περιόδου πού ὀνομάζεται Δωδεκαήμερο. Τελειώνει σήμερα τό Δωδεκαήμερο, πού ἄρχισε μέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Νά μιλήσουμε γιά τήν ἑορτή τῶν Φώτων; Μικρή ἤ διάνοιά μας, ἀσθενής ἤ γλώσσα μας, καί τό μυστήριο πού ἀποκαλύπτεται σήμερα μέ τή βάπτιση τοῦ Κυρίου ἀπέραντο ὅπως ὁ ὠκεανός. Μᾶλλον πρέπει νά σιωπήσουμε. Ἄλλα γιά νά μή μείνη ὁ ἄμβωνας ἄφωνος τέτοια μέρα, τολμῶ, ἐπικαλούμενος τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κάτι νά πῶ. Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός παρουσιάστηκε στή γῆ ὡς ἄνθρωπος ὑπό τίς πλέον ταπεινές συνθῆκες, ἦλθε ὡς νήπιο, γεννήθηκε ἀπό πάμπτωχη κόρη σέ μία κωμόπολη τῆς Ἰουδαίας μέσα σέ ἕνα σπήλαιο.
Ποιος, βλέποντας τό βρέφος ἐκεῖνο, ἦταν δυνατόν νά φανταστῆ, ὅτι κάτω ἀπό αὐτό τό σχῆμα κρυβόταν ἤ Θεότης; Μετά ἀπό ὀκτώ ἥμερες δέχθηκε τήν περιτομή καί ἔλαβε τό ὄνομα Ἰησοῦς Χριστός, «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα». Δώδεκα ἐτῶν τόν βλέπουμε πάλι στό ναό τοῦ Σολομῶντος, ὅπου κατέπληξε τούς σοφούς πρεσβυτέρους μέ τίς ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις του. Μετά, γιά τό διάστημα ἀπό δώδεκα ἐτῶν ἕως τριάντα, ὁρισμένοι λένε πολλά φανταστικά, ἄσχετα ὅμως μέ τό Εὐαγγέλιο. Ἀλλά ἕνα εἶναι τό βέβαιο, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔζησε ἀφανής.

Ὡραία εἶναι ἤ ἀφάνεια! Ποῦ ἦταν; Ἔμενε καί ἐργαζόταν στή Ναζαρέτ ὡς ξυλουργός. Κρατοῦσε σκεπάρνια, πριόνια, σφυριά καί καρφιά. Εἶναι ὅ πρῶτος ἐργάτης! Τίμησε τήν ἐργασία ἐκεῖ στό ἐργαστήριο τοῦ νομιζομένου πατρός του. Ἔτσι ἔμεινε ἄγνωστος. Ποιός φανταζόταν, ὅτι αὐτός ὁ ξυλουργός εἶναι ὁ προφητευμένος ἀπό αἰώνων «υἱός ἀνθρώπου»; Ἀλλά ἦρθε ἤ ὥρα νά ἐμφανιστεῖ. Καί τότε παρουσιάστηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Κήρυττε μετάνοια καί εἵλκυε κόσμο πολύ. Ὅλοι ἔσπευδαν στά ρεῖθρα τοῦ Ἰορδανοῦ, μετανοοῦσαν καί βαπτίζονταν.
Μέσα στό πλῆθος ἦρθε καί ὁ Χριστός. Ἦταν ἀπέριττος, χωρίς κάποιο ἐξωτερικό διακριτικό, δέν φοροῦσε διάδημα. Ὁ Ἰωάννης ὅμως διέκρινε, ὅτι κάτω ἀπό τό φτωχικό του παρουσιαστικό ὑπῆρχε ἤ Θεότης. Τόν ἀντιλήφθηκε, γι’ αὐτό ἀκριβῶς ἦταν ἐκεῖ. Ὁ Χριστός τοῦ λέει Βάπτισε μέ. Ὁ Ἰωάννης τοῦ ἁπαντά. Δέν εἶμαι ἄξιος, ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτισθῶ ἀπό σ’ ἕνα. Ὁ Χριστός ἐπιμένει καί στό τέλος ὁ Ἰωάννης πειθαρχεῖ. Κι ὅταν τόν βάπτισε, τότε ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί, εἶδε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο σάν περιστερά λευκή νά κατεβαίνει ἐπάνω στήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ μας, καί ἀκούστηκε ἤ φωνή τοῦ οὐρανίου Πατρός νά μαρτυρεῖ γιά αὐτόν. Ἔτσι ἀποκαλύφθηκε τό Μέγα Μυστήριο.
Ἕνας ἀσεβέστατος «λογοτέχνης» τόλμησε νά διακωμώδηση τό μυστήριο αὐτό. Μά τί θά πῆ «λογοτέχνης»; Ἄν βρίσει κάποιος τόν πατέρα σου, θά τό δεχτῆς ἐπειδή εἶναι λογοτέχνης; Ὁ ἕνας βρίζει χυδαίως καί ὁ ἄλλος βρίζει λογοτεχνικῶς. Τί σημασία ἔχει; εἴτε σέ χυδαία γλώσσα εἴτε σέ λογοτεχνική, ὕβρις εἶναι. Τό ὕβρισαν λοιπόν οἱ ἄπιστοι τό μυστήριο. Τούς φαίνεται σκάνδαλο. Ἐμεῖς τό βλέπουμε διαφορετικά. Ὑπάρχει μία λέξη τοῦ εὐαγγελίου πολύ χαρακτηριστική. Τί λέει; Στόν Ἰορδάνη ἔμπαιναν γυμνοί στό νερό καί, ὅπως ἦταν, ἐξομολογοῦνταν τίς ἁμαρτίες τους. Καί ἄλλοι μέν ἔμεναν περισσότερο, ἄλλοι λιγότερο, ἀναλόγως τῶν ἁμαρτημάτων ποῦ εἶχαν νά ποῦν. Ὅλοι πάντως ἔμεναν ἕνα διάστημα βυθισμένοι. Ἕνας μόνο δέν ἔμεινε καθόλου, ὁ «Χριστός».
Τό λέει τό εὐαγγέλιο. «Καί βαπτισθεῖς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβει εὐθύς ἀπό τοῦ ὕδατος». Εἴδατε μία λέξη τί σημασία ἔχει; «Εὐθύς», λέει. Μόλις μπῆκε, βγῆκε. Γιατί; Διότι δέν εἶχε τί νά πῆ, δέν εἶχε ἁμαρτήματα! Τό «εὐθύς» εἶναι μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι ὁ Κύριος ἦταν λευκός ὄχι μόνο ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἀλλά καί ἀπό προσωπικά ἁμαρτήματα. Ἦταν ὁ μόνος ποῦ ἀπηύθυνε ἐκεῖνο τό ἀναπάντητο ἐρώτημα. «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει μέ περί ἁμαρτίας;». Ἀλλά ἀφοῦ εἶναι ἀναμάρτητος, τότε γιατί βαπτίσθηκε; Ἤ βάπτισις τοῦ Χρίστου ἔχει πολλούς λόγους. Βαπτίσθηκε, γιά νά ἀκουσθῆ ἡ μαρτυρία τοῦ Πατρός, νά φανῆ ἤ συμφωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά βεβαιωθεῖ ἔτσι ἤ Θεότης τοῦ Υἱοῦ. Βαπτίσθηκε, γιά νά φανερωθῆ τό Μέγα μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Βαπτίσθηκε, γιά νά ἁγιάσει τά ὕδατα. Βαπτίσθηκε ἀκόμα, γιά νά εἶναι τό βάπτισμα τοῦ ὑπόδειγμα σέ ἐμᾶς, ἄν βαπτίσθηκε ἐκεῖνος πού δέν εἶχε ἀνάγκη βαπτίσεως, πολύ περισσότερο ἔχουμε ἐμεῖς ἀνάγκη νά βαπτισθοῦμε. Στό βάπτισμα γίνεται μυστήριο. Ποιός ὅμως τό νιώθει; Γελοῦν τώρα ὅλοι οἱ καλεσμένοι τήν ὥρα πού τελεῖτε τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ὅλοι μας θεομπαῖχτες καταντήσαμε... Ἀλλά καί στό βαπτιζόμενο, λόγω τῆς ἡλικίας, δέν ὑπάρχει συνείδησις τοῦ μυστηρίου.
Τό μυστήριο θέλει πίστη «ὁμολογῶ ἐν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Ἄν πιστεύαμε, ἄν εἴχαμε μάτια ἀγγέλων, θά βλέπαμε ὅτι ἤ ψυχή ἐκείνου ποῦ βαπτίζεται, προτοῦ νά μπῆ στήν κολυμβήθρα εἶναι μαύρη σάν τά φτερά τοῦ κόρακα, ἀλλά ὅταν βγαίνει ἀπό τήν κολυμβήθρα, μετά τήν τρίτη κατάδυση «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» αὐτή εἶναι ἀγαπητοί μου ἤ πίστη μας, βγαίνει πιό λευκή καί ἀπό τό χιόνι πού καλύπτει τώρα τά βουνά τῆς πατρίδος μας. Γιά αὐτό βλέπεις, τό παιδί πού βαπτίζεται εἶναι ὑποχρεωτικό νά τό ντύνουν στά λευκά, σύμβολο ὅτι καθαρίστηκε. Σάν νά λέει. Πλύνε μέ, Κύριε, «καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».
Γεννᾶται ὅμως τό ἐρώτημα. Μετά τό βάπτισμα τί γίνεται; Ὅλοι λερώνουμε τό χιτώνα τοῦ βαπτίσματος, δέν τόν κρατοῦμε καθαρό καί ἀμόλυντο, ὅπως λέει σήμερα ἤ Ἐκκλησία «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἔβαπτισθητε, Χριστόν ἔνεδυσασθε». Καί τό ἐρώτημα, πού συγκλόνισε ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία εἶναι. Τά ἁμαρτήματα πρίν ἀπό τό βάπτισμα, εἴτε κληρονομικά εἴτε προσωπικά, συγχωροῦνται. Μετά τό βάπτισμα συγχωροῦνται; Διχάστηκαν στήν πρώτη Ἐκκλησία. Ἄλλοι εἶπαν, ὅτι δέν συγχωροῦνται. Ἀλλά ἤ Ἐκκλησία εἶπε ὅτι, κατά τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, συγχωροῦνται. Πῶς συγχωροῦνται; Ἔχει ἤ Ἐκκλησία ἕνα ἄλλο μυστήριο, πού εἶναι ἕνα δεύτερο βάπτισμα.
Βαπτισθήκαμε στήν κολυμβήθρα, πρέπει νά βαπτισθοῦμε καί σ’ αὐτό. Ὅπως αὐτός πού δέν βαπτίζεται δέν θεωρεῖται Χριστιανός, ἔτσι καί αὐτός πού ἁμάρτησε δέν συγχωρεῖται ἄν δέν πέραση ἀπό αὐτό. Ποιό εἶναι τό δεύτερο βάπτισμα; Εἶναι ἤ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγησης. Πολλά ἄχρηστα δάκρυα χύνουν οἱ ἄνθρωποι. Ἕνα δάκρυ ἔχει ἀξία. Δῶστε μου ἕνα τέτοιο δάκρυ! εἶναι τό δάκρυ γιά τίς ἁμαρτίες, τό δάκρυ τῆς μετανοίας. Αὐτό γίνεται Ἰορδάνης ποταμός, δεύτερο βάπτισμα.
Ποῦ τελεῖται; Τελεῖτε Στήν Ἐκκλησία ὅταν πᾶς στόν πνευματικό πατέρα καί ὁμολογήσεις εἰλικρινά τά ἁμαρτήματά σου, ἐκεῖνα πού δέν ξέρει οὔτε ἤ γυναίκα σου οὔτε ὁ εἰσαγγελέας οὔτε ὅ κόσμος (ποῦ μπορεῖ νά σέ θεωρεῖ καλό καί ἔντιμο ἄνθρωπο, ἀλλά ἤ συνείδηση βοᾶ μέσα σου). Σπεῦσε λοιπόν σ’ αὐτό τό δεύτερο βάπτισμα σᾶς τό συνιστῶ ἐπ’ εὐκαιρία σήμερα. Οἱ περισσότεροι δυστυχῶς εἶναι ἀκόμη ἀνεξομολόγητοι. Τό τονίζω. Ἡ ἐξομολόγησης εἶναι ἡ κάθαρσης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό εἶπαν καί μεγάλοι ψυχολόγοι ἤ ἐξομολόγησις σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα ἀπαλλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό ἄγχος. Λίγοι δοκίμασαν τήν ἔξομολογηση.
Μεταξύ αὐτῶν εἶναι καί ἕνας Ρῶσος συγγραφέας, προφήτης τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ, ὁ Ντοστογιέφσκυ. Ἦταν κατάδικος ἐπί τσάρου μέσα στίς φυλακές τῆς Σιβηρίας, καί ἐκεῖ γνώρισε τόν Χριστό. Ἐκεῖ διάβασε καί θαύμασε τό Εὐαγγέλιο, πίστεψε στό Χριστό. Βρῆκε λοιπόν ἕνα πνευματικό πατέρα καί ἐξομολογήθηκε ὅλα τά ἁμαρτήματα ποῦ ἔκανε ὡς ἄνθρωπος. Τότε εἶπε «Ὅταν ἐξομολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε στήν ψυχή μου». Ἀγαπητοί μου, χωρίς ἐξομολόγηση παράδεισο δέν προκειτε νά δοῦμε.
Γι’ αὐτό μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι στήν ἔξομολογηση. Ἄς πέσει ἀπό τό μάτι μᾶς ἕνα δάκρυ ἐνώπιόν του πνευματικοῦ. Καί τό δάκρυ αὐτό θά γίνει Ἰορδάνης. Καί ἤ Ἁγία Τριάδα θά κάνη νά ἀνοίξουν καί γιά μᾶς οἱ οὐρανοί τῶν οὐρανῶν. Καί τότε θά αἰσθανθοῦμε, ὅτι μέσα στήν καρδιά μᾶς ἦλθε αὐτή ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Πατήρ ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὤ ἤ δόξα εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου